Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούλιος, 2012

Αμμόκαστρο

Εικόνα
Τον είδα για πρώτη φορά την ώρα που αγόραζα τον καπνό μου απ' το περίπτερο της γωνίας. Κι όταν λίγο αργότερα, έχοντας την εφημερίδα παραμάσχαλα και το ζεστό καφέ στο χέρι, πήγαινα προς το παγκάκι της μικρής πλατείας που με φιλοξενούσε κάποια πρωινά της εβδομάδας, εκείνος ήταν ακόμα εκεί. Δεν φυσούσε εκείνη τη μέρα, το θυμάμαι καλά αυτό μα ο πιτσιρικάς ήταν αέρας. Δεν πρέπει να ήταν πάνω από οκτώ ετών, άντε το πολύ να ήταν εννέα και όση ώρα τον παρατηρούσα ισορροπούσε ανάμεσα στην ανεμελιά της παιδικής ηλικίας - όπου όλα φαίνονται αδιάφορα μέχρι να αποδειχθούν σημαντικά - και σε μια πρωτόγνωρη σοβαρότητα σαν άφηνε το σουλάτσο πάνω, κάτω στο πεζοδρόμιο και στηνόταν σε μια συγκεκριμένη θέση, κοιτάζοντας το δρόμο. Και περίμενε. Τον είδα ξανά την επόμενη μέρα, να κάνει ακριβώς τις ίδιες κινήσεις όπως και δύο μέρες μετά. Τη μέρα που μεσολάβησε και απουσίαζα είμαι σίγουρος πως ήταν επίσης εκεί. Η παρουσία του έμοιαζε μ' ένα φεστιβάλ, μια έκθεση ίσως που θα κρατούσε για ένα ορισμέν

Τρίο

Εικόνα
Η Αθηνά ήταν σινεφίλ. Ήταν και πολλά άλλα, μα αυτό που κυρίως μας ενδιαφέρει ήταν η σχέση της με τον κινηματογράφο, το θέαμα αλλά και την ουσία. Στα νιάτα της είχε περάσει άπειρες ώρες, άλλοτε μ' ένα τσιγάρο στο στόμα και άλλοτε μ' ένα μαξιλάρι αγκαλιά, βλέποντας ταινίες του Γκοντάρ, του Ταρκόφσκι και του αιρετικού Φασμπίντερ. Κάθε εποχή έχει τα κελεύσματά της στην Τέχνη και κάθε εποχή που περνάει, εκείνοι που την έζησαν τη θεωρούν καλύτερη. Η Αθηνά όμως διέφερε σ' αυτό. Ανακάλυπτε σε κάθε εποχή που ζούσε τα στοιχεία που την συμπλήρωναν και που παράλληλα της πρόσθεταν κάτι καινούργιο. Αναθεμάτιζε σπάνια και πάντα αναρωτιόταν τι είχε στο μυαλό του ο εκάστοτε ποιητής - δημιουργός μιας ταινίας. Ακόμα και στην περίπτωση που η εν λόγω ταινία αποδεικνυόταν για τα πανηγύρια. Το προηγούμενο βράδυ είχε δει για 15η φορά την Πόλη των Αγγέλων και στο μυαλό της κυριαρχούσε ακόμα η επιβλητική σκηνή στην άκρη του ωκεανού που όλοι οι άγγελοι επί γης είναι μαζεμένοι και αντικρίζουν το ά

Ανάδρομος Πλούτωνας

Εικόνα
Ξύπνησε και ένοιωσε αμέσως ένα σφάχτη στα πόδια, χαμηλά στους αστραγάλους για την ακρίβεια αλλά μετά σαν τσουνάμι έφτασε ψηλά στα γόνατα και τους μηρούς. Λες και κάποιο αόρατο σπαθί είχε συγχρονιστεί με τα μάτια του ώστε την ώρα που εκείνα θ' άνοιγαν να έπεφτε πάνω στα πόδια και να τον ξυπνούσε μια και καλή. Σηκώθηκε απ' το κρεβάτι μισοκοιμισμένος και διατηρώντας μια εντυπωσιακή ισορροπία για τα δεδομένα του πόνου και της νύστας που τον ταλάνιζαν. Και επειδή πάντα το κακό τριτώνει, ένας τρομερός πονοκέφαλος ήρθε καλπάζοντας από το πίσω μέρος του κρανίου του και άρχισε να κάνει πολιορκητικούς γύρους στα μηνίγγια του. Ήταν η ώρα που το μυαλό γεννάει τις πιο παράξενες ιδέες για να περιγράψει τον πόνο, πάντα το κάνει αυτό το μυαλό, θες επειδή έχει χιούμορ και το βγάζει στον πόνο, θες από άμυνα, θες από οτιδήποτε άλλο, το μυαλό του εκείνη την ώρα του υπαγόρευε πως ένας αιματοβαμμένος ινδιάνος αρχηγός των Απάτσι έκοβε βόλτες στο κεφάλι του, από το ένα μηνίγγι στο άλλο, ουρλιάζοντ

Ραστώνη

Εικόνα
Την είδα ν' ανεβαίνει στο μονοπάτι για το σπίτι. Κρατούσε μια χούφτα κεράσια πορφυρά με τα κοτσάνια τους να τρέμουν ακόμα απ' το κόψιμο του δέντρου που τα γέννησε. Σήκωσε το κεφάλι της προς το μέρος μου, βάζοντας το άλλο χέρι μπροστά στα μάτια της για να διώξει την αντηλιά που την παίδευε και μαζί της όλο το νησί. - Ξύπνησες; Δεν μιλούσε, έκραζε. Δεν απάντησα αλλά σήκωσα το χέρι και της έγνεψα. Οι φουσκάλες του καφέ στο τραπεζάκι πλάι μου έσκαγαν η μία μετά από την άλλη, δεν ήταν πολλές, τρεις μόνο. Καφέ δεν είχα πιει ακόμα. Το τσιγάρο μισόκαιγε στο τασάκι και λίγο μετά, είδε και απόειδε και έσβησε και εκείνο. Ήταν λες και όλα γύρω μου αργοπέθαιναν περιμένοντας κάτι να συμβεί. Το σίγουρο ήταν πως δεν επρόκειτο να πεθάνουν οριστικά αν αυτό το κάτι δεν συνέβαινε. Βρέθηκε στο πεζούλι του κήπου, πέρασε το πορτόνι και μου έδειξε από κοντά το θησαυρό της. - Να σου πλύνω να φας; - Ποιος θα πρωτοφάει από δαύτα; Είναι τόσα πολλά! Δεν αντιλήφθηκε την ειρωνία. Τα κοίταξε για μια στ

Μπελ Αιρ

Εικόνα
Κατέβηκαν Ιούλιο στο κτήμα διώχνοντας τις αράχνες απ' τα δοκάρια και τις γωνίες με τα χέρια. Η θάλασσα άφριζε στα πόδια τους και σαν έμειναν γυμνοί απ' τη μέση και πάνω πετώντας ό,τι άχρηστο υπήρχε στην περίφραξη - και υπήρχαν πολλά άχρηστα πράγματα - είχαν τον ήλιο σύντροφο να τους καίει και αδέποστα σταγονίδια απ' τα κύματα να τους δροσίζουν. Μετά ερχόταν το μεσημέρι και στέκονταν κάτω από την αιωνόβια μουριά - στην αρχή ο Κ προτιμούσε τη συκιά -  έως ότου αντιληφθεί πως ήταν αλλεργικός στα φύλλα της και ήρθε και κοκκίνισε και ξυνόταν ανελέητα.  Η γυναίκα του Μ τους είχε εφοδιάσει με όλα τα απαραίτητα για τέτοιες περιπτώσεις, τοποθετημένα με στρατιωτική ακρίβεια σε ένα γαλάζιο νεσεσέρ. Στο εσωτερικό του θα έβρισκαν αλοιφή για τα τσιμπήματα, αμωνία, αντισταμινικά χάπια, γάζες, λογιών, λογιών επιδέσμους, αντικουνουπικό υγρό, οινόπνευμα, βαμβάκι και δύο κουτιά με προφυλακτικά. Ένα με ραβδώσεις κι ένα με γεύσεις. - Τι θέλει να πει η γυναίκα σου με αυτά; τον ρώτησε ο Κ έχο