Αγροίκοι, του Τσέζαρε Παβέζε

     Αυτή η Μεσόγειος... μια μήτρα ολόκληρη για τους συγγραφείς της. Μια μάνα αγαπημένη, έτοιμη να τους προσφέρει όλα τα εφόδια που κατέχει, να τους ευλογήσει να γράφουν για τα μέρη της, το φως της, τη γη της. Έλληνες και Ιταλοί και Ισπανοί, τόσο κοντά στην έμπνευση, στην περιγραφή, στο λόγο, στο συναίσθημα, στον λυρισμό.
     Με αυτό το βιβλίο ταυτίστηκα σε μεγάλο βαθμό. Ίσως γιατί μου θύμισε ιστορίες απ' τους παππούδες μου, ιστορίες γι' άλλες εποχές όπου τα πράγματα ήταν περισσότερο πρωτόγονα στην πλάση, οι ανάγκες των ανθρώπων διαφορετικές, οι προτεραιότητες άλλες. Μετά, ήταν και η μετάφραση. Ο μεταφραστής αφιερώνει σελίδες για τη μετάφραση αυτού του βιβλίου του οποίου η γλώσσα ήταν ιδιαίτερη στα ιταλικά και ο ίδιος χρειάστηκε να επιστρατεύσει ένα μείγμα καθαρεύουσας και χωριάτικης γλώσσας, εμπλουτισμένο με λέξεις ιταλικής προέλευσης που συναντάμε στα Επτάνησα.
   
Πολλές απ' αυτές τις λέξεις τις θυμάμαι απ' τη γιαγιά μου και τους θείους μου - ελέω Ζακυνθινής καταγωγής - αλλά και πάλι χρειάστηκε ν' ανατρέξω στο γλωσσάρι, στο τέλος του βιβλίου, για να μάθω κάποιες.

     Κρέντιτο, τζούστος, σίγκλος, αγιοτάρω, τσερκιάζω, γκουβέρνο, διάοτσος, κόζα, κούρτη, κρούσα, λεστέκο... είναι ορισμένες απ' αυτές και μπορώ να πω ότι με συγκίνησαν γιατί είχα πολύ καιρό να τις ακούσω.

     Ο Παβέζε θεωρείται ένας απ' τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα στην Ιταλία. Αυτό είναι το πρώτο πεζό του που έπεσε στα χέρια μου καθώς έγινε κατά βάση γνωστός μέσα απ' τα ποιήματά του. Ανήκει στην μεγάλη και ευρύτατη σχολή του νεορεαλισμού - όταν στη χώρα μας ανθούσε η σπουδαία γενιά των λογοτεχνών του 30. Μοιραία κατατάσσεται στους μεγάλους ηθογράφους της λογοτεχνίας και οι "Αγροίκοι" είναι ένα αντιπροσωπευτικό έργο του.
     Σ' ένα αγρόκτημα της ιταλικής εξοχής στη δεκαετία του 30 φτάνουν δύο άντρες που μόλις έχουν αποφυλακιστεί. Ο ένας, ο Ταλίνο, είναι ο γιος του ιδιοκτήτη του κτήματος, ολίγον τι αλαφροϊσκιωτος στη συμπεριφορά, ολίγον τι ζαβός και με το βάρος της κληρονομιάς - όντας το μοναδικό αρσενικό ανάμεσα σε αδελφάδες - να πέφτει βαρύ στους ώμους του. Μαζί του κουβαλάει τον Μπέρτο, έναν τυχοδιώκτη - όπως υποννοείται - που δηλώνει μηχανικός και που ξέρει να χειρίζεται την αλωνιστική μηχανή. Είναι η εποχή του θερισμού.
     Η ανάγνωση - ελέω μετάφρασης - στην αρχή με ξένισε λίγο αλλά από ένα σημείο και μετά ήρθε κι έδεσε αρμονικά με τους χαρακτήρες και την εποχή. Βοήθησαν και οι μνήμες μου σ' αυτό, όπως ανέφερα πιο πάνω.
    Ποιοι είναι οι "Αγροίκοι"; Αν μείνουμε στο προφανές, θα πούμε πως αναφέρεται στους ανθρώπους της επαρχίας, της εξοχής, τους δικούς μας "βλάχους", όπως ακόμα και σήμερα τους αναφέρουμε υποτιμητικά. Είναι όμως κάτι παραπάνω. Είναι η ίδια εποχή που περιγράφεται στις σελίδες του βιβλίου. Στην Ιταλία του Φασισμού (ο Παβέζε φυλακίστηκε για την αντιφασιστική του δράση) όπου το πολιτικό στάτους κβο υποννοείται απ' την παρουσία του χωροφύλακα με τα μαύρα γυαλιά και απ' το γεγονός ότι οι χωριάτες μπλέκουν την γλώσσα που έμαθαν στα δάση και στους αγρούς με την καθαρεύουσα που έχει επιβάλλει το φασιστικό κράτος, μια επιβολή παρόμοια με το "Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια". "Νοικοκύρικα" πράγματα δηλαδή...

     Η ιστορία του βιβλίου εξαντλείται μέσα σε 4 μέρες. Λίγος ο χρόνος για όσα συμβαίνουν στην πορεία. Στο πλάνο δεσπόζει η μορφή του Βινβέρα, του πάτερ - φαμίλια ο οποίος έχει τον πρώτο λόγο σε ανθρώπους και ζώα στο μικρό βασίλειο του αγροκτήματος. Περιγράφεται να φοράει την τραγιάσκα του, να μην έχει πολλά λόγια, να ξεπλένει το στόμα του συχνά με κρασί και να καπνίζει μισοτελειωμένα τσιγάρα. Ο λόγος του και τα βρισίδια του, είναι Ο ΝΟΜΟΣ.
     Στο πλάι η γυναίκα του, ένα άβουλο πλάσμα που μόνιμα δικαιολογεί τον μόλις αποφυλακισθέντα γιο της, με τρόπο σκανδαλώδη απέναντι στις αδελφές του, άλλο ένα δείγμα της νοοτροπίας της επαρχίας - ΠΟΥ ΔΥΣΤΥΧΩΣ επικρατεί και σήμερα σε ορισμένες περιπτώσεις στην ελληνική επαρχία - μόνο και μόνο γιατί είναι το αγόρι, ο κληρονόμος. Φροντίζει να έχει το τσουκάλι γεμάτο και να δίνει εντολές στις κόρες της.
     Κάπου εκεί θ' ανθίσει ο έρωτας του Μπέρτο για την Τζιζέλα, την μια απ' τις αδελφές του Ταλίνο. Και κάπου εκεί θ' αρχίσουν να βγαίνουν τα μυστικά στη φόρα, από εκείνα τα μυστικά, τα κοινά, που τα ξέρει κάθε οικογένεια καθώς γεννιούνται στους κόλπους της και την στοιχειώνουν. Εκείνα τα μυστικά που πάντα έμεναν κρυμμένα, σπουπισμένα κάτω απ' το χαλάκι, σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Όμως πάντα θα υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος και τρόπος για να βγουν στο φως και η επίδρασή τους θα είναι καταλυτική στη ζωή των Αγροίκων μας....

Αν κράταγες την ανάσα σου, άκουγες καθαρά τον ήλιο να τρίζει σαν πυρκαγιά. Τι δέντρο και τούτο - και δεν έχει ούτε ένα σύκο, έτσι, για δείγμα - και δεν κάνει ούτε ένα δάκτυλο σκιά;

... αναρωτιέται ο Μπέρτο όταν όλα πια έχουν τελειώσει...

ΑΓΡΟΙΚΟΙ
του Τσέζαρε Παβέζε
σελ. 182 - εκδ. Αλεξάνδρεια
μτφ. Γιώργος Κεντρωτής

Σχόλια

  1. Το βιβλίο το κρατώ στα χέρια μου :) είναι λογικό, καθώς είμαι λάτρης του συγκεκριμένου ύφους και του κλασικού στο βιβλίο γενικότερα και από την προηγούμενη ανάρτηση ακόμα έχεις πιάσει το σφιγμό μου στην κυριολεξία! :)
    Μόλις έγραψα ένα αρκετά μεγάλο σχόλιο το οποίο και έχασα... σνιφ! μα πώς τα κατάφερα;; :ο)
    εκείνο ξεκινούσε έτσι: "Αυτή η Μεσόγειος... μια μήτρα ολόκληρη για τους συγγραφείς της..." και συνέχιζε με την προσπάθειά μου να εκφράσω αφενός το πόσο με γοητεύουν οι παρουσιάσεις που μας χαρίζεις που για μένα είναι λογοτεχνία οι ίδιες και μάλιστα καλή, όχι για να σε κολακέψω αλλά απλούστατα για να συνεχίσεις όλο αυτό να μου το δίνεις, και αφετέρου με μνήμες από τα δικά μου καλοκαίρια, την γιαγιά, τη μάνα, τον πατέρα μου, τον δικό μου τόπο που όπως φαίνεται έχει επίσης ιταλικές ρίζες (κάποιες οικογένειες) και επιρροές....λέξεις λέξεις λέξεις... μνήμες και λέξεις ήταν το υπόλοιπο... και όπως καταλαβαίνεις σίγουρα ο ίδιος, το συνόδευε μια διάχυτη συγκίνηση, που ακόμα μένει.... λατρεύω έτσι κι αλλιώς τα βιβλία με ιδιαιτερότητες στη γλώσσα, στην απόδοση, στη γραφή πόσο μάλλον να μου είναι όλα αυτά τόσο οικεία και να με ταξιδεύουν προς τα πίσω και κυρίως προς τα μέσα...
    Φυσικά, όπως καταλαβαίνεις, αυτό είναι ένα άλλο σχόλιο :D
    οπότε ας κλέισω με ακόμα κάτι που δεν είχα πει στο προηγούμενο
    πόσο μας αρέσει αυτή τη φορά το εξώφυλλο... :)) και πόσο θα μπορούσε να δένει με το εξαίσιο...
    "Αν κράταγες την ανάσα σου, άκουγες καθαρά τον ήλιο να τρίζει σαν πυρκαγιά."

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...