Νόρα Γουέμπστερ, του Κολμ Τομπίν

«Την ιστορία της ζωής της την ήξερε από τότε που είχε ακόμα το πατρικό της όνομα, όπως ήξερε και ποια δύο μέτρα γης προορίζονταν γι' αυτήν στο νεκροταφείο».


Ιρλανδία, τέλη της δεκαετίας του 60. Η Νόρα Γουέμπστερ, μητέρα τεσσάρων παιδιών, ζει σε μια μικρή επαρχιακή πόλη. Ο συγγραφέας μάς την συστήνει μέσα από τις επισκέψεις γειτόνων που έρχονται να της συμπαρασταθούν για τον πρόσφατο χαμό του συζύγου της, διευθυντή στο τοπικό σχολείο και ανθρώπου με έντονη πολιτική δράση. 

Η Νόρα καλείται να θέσει τους όρους στην ζωή της οικογένειας μετά την απώλεια. Αναγκάζεται να πουλήσει το παραθαλάσσιο εξοχικό της οικογένειας για να εξοικονομήσει χρήματα, τα οποία θα συμπληρώσουν τη μικρή σύνταξη που παίρνει. Παρ' όλα αυτά αναγκάζεται στη συνέχεια να επιστρέψει στη δουλειά της, αυτή που είχε πολλά χρόνια πριν το γάμο της, γιατί τα χρήματα δεν φτάνουν.

Η γραφή του Τομπίν ακολουθεί πιστά τη ζωή της Νόρας, ένα μοτίβο καθημερινότητας, δίχως καμία έξαρση, δίχως τίποτε το εντυπωσιακό να ταράζει τα δεδομένα της ζωής που κινούνται παράλληλα με εκείνα της μικρής πόλης. Άπαντες γνωρίζονται μεταξύ τους, κάθε κίνηση ή απάθεια σχολιάζεται απ' την κοινότητα, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο. Οι αιχμές για την επιρροή της καθολικής θρησκείας στις ζωές των ανθρώπων είναι επίσης παρούσες.

Εκεί λοιπόν, ανάμεσα στα βράδια με συντροφιά την τηλεόραση και την προκαθορισμένη ώρα του τσαγιού, ανάμεσα στις τυπικότητες και την μοναξιά, στα καθημερινά προβλήματα με τα παιδιά (ο ένας γιος έχει αναπτύξει τραύλισμα μετά το θάνατο του πατέρα του), ο αναγνώστης ασφυκτιά απ' το γεγονός ότι δεν συμβαίνει τίποτε άξιο λόγου και παρατηρεί την ηρωίδα να βυθίζεται όλο και πιο πολύ στη θέση που της επιφύλαξε η μοίρα, μια θέση που αρμόζει σε όλες τις γυναίκες της επαρχιακής Ιρλανδίας, πριν απ' αυτήν και έως αυτήν. Η επόμενη γενιά ίσως να δει αλλιώς τα πράγματα, να τα αντιμετωπίσει διαφορετικά, η μεγάλη κόρη, η Φιόνα, δείχνει να μην συμμερίζεται ιδιαίτερα τις παραδόσεις. 

Είναι όμως έτσι; Λίγο μετά τη μέση του βιβλίου και ενώ σε κάποιες στιγμές βαρέθηκα και εκνευρίστηκα -το ομολογώ- απ' το γεγονός ότι δεν συνέβαινε τίποτε άξιο λόγου, εκτός από μια απλή καταγραφή γεγονότων, με την όποια, ας πούμε ποικιλία, μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο, η Νόρα φαίνεται να ξυπνά, και ν' αφήνει σιγά, σιγά πίσω την παθητική στάση της για τη ζωή. Να πραγματοποιεί με λίγα λόγια την δική της επανάσταση. Πώς; Μέσα απ' το τραγούδι. 

Η ιστορία της Νόρας Γουέμπστερ είναι εκείνη μιας καταπιεσμένης -απ' τις συμβάσεις και τα πρότυπα- γυναίκας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Σε αρκετά σημεία στο βιβλίο, άνδρες που της απευθύνουν το λόγο, λένε «γνώριζα τον κύρη σου, τον κ. Μόρις», εννοώντας τον σύζυγό της. Είναι η ιστορία μιας γυναίκας σε μια κοινωνία που κοιτάζει τον διπλανό της με σκοπό να τον κρίνει, με την πρόφαση του ενδιαφέροντος πάντα και των χρηστών ηθών. Μια κοινωνία παθητική που θεωρεί πως όλα περνούν με ένα φλυτζάνι τσάι και λίγη κουβέντα. 

Όπως έγραψα και πιο πάνω, η γραφή του Τομπίν ταιριάζει απόλυτα με το κλίμα που περιγράφει. Και μπορεί λογοτεχνικά να κατάφερε να αποδώσει αυτό που πραγματικά ήθελε και να είναι άξιος γι' αυτό, ως αναγνώστη όμως με κούρασε. Μ' έκανε να επιθυμώ και λίγο μελοδραματισμό -ο οποίος απουσιάζει εντελώς απ' το βιβλίο- μόνο και μόνο για να σπάσει αυτή την εκνευριστική, επίπεδη γραμμή, την οποία ανατρέπει μερικώς λίγο μετά τη μέση.

Λένε πως όταν η καρδιά σταματήσει, μόνο το ηλεκτροσόκ μπορεί να σε επαναφέρει στη ζωή. 

Φτάνει να μην αργήσει...

ΝΟΡΑ ΓΟΥΕΜΠΣΤΕΡ
του Κολμ Τομπίν
σελ. 448-εκδ. Ίκαρος
μτφ. Αθηνά Δημητριάδου 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...