Άκρη

     Για τη θέση υπήρχαν ήδη καμιά δεκαριά υποψήφιοι. Κοντοστάθηκε ο Θωμάς στην πόρτα σαν τους είδε, αιφνιδιάστηκε, ήξερε πως υπάρχει ανάγκη βέβαια αλλά δεν περίμενε τόσους πολλούς ανταγωνιστές. Θυμήθηκε τα λόγια τού Βασίλη που τον έστειλε συστημένο στην ασφαλιστική εταιρεία που έψαχνε για υπάλληλο. "Για τα μάτια του κόσμου είναι οι συνεντεύξεις μωρέ, τι νόμιζες; Εμείς έχουμε άκρη". Όσο κι αν τον καθησύχασαν και του' δωσαν θάρρος αυτές οι κουβέντες, μπροστά στη θέα δέκα ανθρώπων που είχαν πιάσει και τις τέσσερις καρέκλες στην αίθουσα αλλά και κάθε γωνιά στο δωμάτιο, η πυγμή του κλονίστηκε. Είχε πολύ κόσμο εκεί μέσα. Παρ' όλα αυτά ψιθύρισε μια καλημέρα και τράβηξε προς τη γραμματέα, ήτανε δεν ήτανε εικοσιπέντε χρονών, με υπερβολικά φουσκωμένα χείλη - βαμμένα κατακόκκινα - και μάτια που πετάγονταν σαν βολβοί - λες κι έπασχε από εξοφθαλμία.
     Έδωσε τα στοιχεία του και παρακαλούσε ν' αργήσει η γραμματέας να τα διασταυρώσει στον υπολογιστή γιατί έτσι θα κέρδιζε χρόνο, δεν θα στεκόταν σαν κούτσουρο μέσα στο δωμάτιο περιμένοντας, αναπνέοντας προσμονή και ανησυχία, εκείνος είχε μια δουλειά να κάνει με τη γραμματέα, σημαντική δουλειά, έδινε τα στοιχεία του, υπήρχε αλληλεπίδραση, δεν κοιτούσε τους τοίχους ούτε μασούσε τα νύχια του. Η διαδικασία της επαλήθευσης όμως ολοκληρώθηκε σε δευτερόλεπτα, είπε ένα "ευχαριστώ", άκουσε ένα "περιμένετε θα σας φωνάξουν" και με αργά βήματα οπισθοχώρησε μέχρι που βρήκε τοίχο. Τινάχτηκε απ' το ξαφνικό άγγιγμα, στα δεξιά του ένας άλλος άντρας πάνω, κάτω στην ηλικία του είχε ακουμπήσει με τον ώμο στο ντουβάρι και κοιτούσε το πάτωμα, μια αδιανόητη μιζέρια εκλυόταν από κάθε πόρο του κορμιού του, ο Θωμάς την ένοιωθε, τη λάμβανε, τη μύριζε, ένα άρωμα φορμόλης ή κάτι ανάλογο, μια αίσθηση "έχεις πεθάνει και δεν το ξέρεις καημένε".
     Κάποιος άναψε τσιγάρο. Ο Θωμάς το είχε κόψει επτά χρόνια και τον ενόχλησε η μυρωδιά σ΄ ένα τόσο κλειστό χώρο. Ωστόσο αναγνώριζε την ανάγκη του άλλου να διώξει το άγχος και ας μην τον ήξερε. Έχοντας πάει σε αρκετές συνεντεύξεις τα τελευταία δύο χρόνια που ήταν άνεργος βίωνε για τα καλά το συναίσθημα, τέτοιοι χώροι που στοιβάζονταν οι υποψήφιοι ήταν καρδιές. Οι καρδιές του άγχους ήταν - τον όρο τον είχε δώσει μια μέρα κατεβαίνοντας την Πανεπιστημίου έπειτα από μια ανεπιτυχή ακόμα κατάληξη στην αναζήτηση εργασίας - και χτυπούσαν ξέφρενα κάθε φορά, ανεβάζοντας την πίεση των υποψηφίων, προκαλώντας εφίδρωση και τρέμουλο - ναι, το τρέμουλο ήταν κάτι το σύνηθες - και απαιτούνταν δραστικά μέτρα για να περιοριστούν τα συμπτώματα, να καταλαγιάσει η καρδιά. Μια φορά, πάνε δύο, τρεις μήνες από τότε, είχε δει έναν υποψήφιο να βγάζει απ' το σακάκι του ένα σκουρόχρωμο μπουκαλάκι και να ξεκλέβει μικρές γουλιές πλαταγίζοντας τα χείλη του κάθε φορά. Το έκανε στα κρυφά αλλά ο Θωμάς τον παρατηρούσε χωρίς να αντιλαμβάνεται ο άλλος πως η αδυναμία του ήταν ορατή. Μέχρι την ώρα που ήρθε η σειρά του για τη συνέντευξη ο τύπος είχε μεθύσει και είχε σωριαστεί στο πάτωμα απ' την αστάθεια παρασύροντας μια γλάστρα στο διάβα του.  Φρικτή ιστορία, τη θυμόταν τώρα ο Θωμάς και για ένα περίεργο λόγο άρχισε να ιδρώνει.
     Ήταν όντως περίεργη αυτή η εφίδρωση γιατί είχε εκπαιδευτεί καιρό τώρα σ' αυτά τα συμπτώματα. Ήξερε πως να ελέγχει τον εαυτό του, πως να συγκροτεί τη σκέψη του, πως να περιορίζει τα αρνητικά απ' τα θετικά συναισθήματα και να μη γίνονται αχταρμάς που σίγουρα θ' αποδεικνυόταν επιζήμιος στον απολογισμό της μέρας, είχε μάθει μεθόδους αναπνοής που υποτίθεται σε χαλαρώνουν - μόνο που αυτό δεν είχε πάντα αποτέλεσμα και τις απέφευγε γιατί σε αντίθετη περίπτωση σε φόρτωναν με περίσσιο άγχος επειδή ακριβώς δε δούλεψαν - περπατούσε νοητά στα βήματα θετικών σκέψεων "πόσο σπουδαίος είμαι, πόσο καλά γνωρίζω το αντικείμενο, πόσο ανταγωνιστικός μπορώ να γίνω προς όφελος της εταιρείας, μα ναι, είμαι εξαιρετικά συνεργάσιμος και καλόβολος με τους άλλους, αυτό εξυπακούεται".
     Για κάποιους άλλους αυτές οι τεχνικές θα ακούγονταν ως μαλακίες στ' αυτιά τους, από τη στιγμή που έχεις συμπληρώσει μια διετία εκτός της αγοράς εργασίας, έχεις πάει σε τουλάχιστον σαράντα συνεντεύξεις σε όλο αυτό το διάστημα - ο Θωμάς κάποια στιγμή αναρωτήθηκε μήπως δεν ήταν πολλές, μήπως εκείνος έφταιγε που δεν ήταν τόσες πολλές, διάολε αντιστοιχούσε μιάμισι συνέντευξη στο μήνα, ΩΠΑ, δεν άρχισε αμέσως το ψάξιμο, πέρασαν δύο μήνες απ' την απόλυσή του, άρα εικοσιδύο μήνες στην αναζήτηση, συνεπώς ήταν σχεδόν ΔΥΟ συνεντεύξεις το μήνα κι όχι μιάμισι, αυτή η διαπίστωση ήταν παρήγορη, σήμαινε πως το έψαχνε το θέμα, δεν ήταν οκνηρός, δεν τον είχε πάρει η κάτω βόλτα ακόμα, αυτή η θεόρατη πλάκα της αποχαύνωσης και της παραίτησης, εκείνη που μοιάζει με κομψή γραβάτα Hermes στην αίθουσα των συμβουλίων και των πολύωρων συναντήσεων με τα στελέχη. Στο σφίξιμο μόνο.
     Κάποιος έβηξε και κάποιος άλλος του είπε να σκάσει.

     Πιάστηκαν στα χέρια ξαφνικά, χωρίς αφορμή λες και το δωμάτιο ήταν ένα ρινγκ και περίμεναν το καμπανάκι για ν' αρχίσουν να πλακώνονται στις γροθιές και τις κλωτσιές, σε δευτερόλεπτα ανοίχτηκε ένας κύκλος και δύο άντρες είχαν πέσει ο ένας πάνω στον άλλον, σακάκια σκίστηκαν, γυαλιστερές λωρίδες που κρέμονταν ανάμεσα σε χέρια φροντισμένα, δάχτυλα περιποιημένα, εντάξει ίσως όχι τόσο όσο παλιά, ωστόσο ήταν κομψά δάχτυλα, προορισμένα να κρατούν ακριβές πένες, ν' ανοίγουν κρυστάλλινα μπουκάλια με μπέρμπον, φιλόξενα δάχτυλα να περνούν ανάμεσά τους χρυσά ρολόγια πριν καταλήξουν στον αρρενωπό καρπό τους, όλα αυτά ήταν ιδέες πια, αναμνήσεις, μακρινές αναμνήσεις αλλοτινών εποχών, σπουδαίων εποχών, ημερών δόξας και κυριαρχίας που είχαν τραγική κατάληξη και μια σπασμένη μύτη.
     Η πόρτα του "ειδικού", πάντα υπάρχει ένας ειδικός σε αυτά τα γραφεία να σε περιμένει και να σ' εξετάσει άνοιξε, έχει πάντα το ύφος του αυστηρού δασκάλου που δεν ξεπέρασες ποτέ και ας τον κοροιδεύεις ακόμα για τα τικ του, άνοιξε λοιπόν κι αποκαλύφθηκε ένα επαγγελματικό πρόσωπο με σκούρο στελετό γυαλιών, ξυρισμένο κόντρα πρόσωπο, καθαρή γραβάτα και πουκάμισο. Ο ειδικός φοράει συνηθισμένο άρωμα - ακριβό αλλά συνηθισμένο - που το έκανε δώρο η σύζυγος στην επέτειο ή στα γενέθλια μαζί μ' ένα φιλί στο μάγουλο, η μυρωδιά της ανάσας της εξανεμίστηκε γρήγορα, το άρωμα μένει για πάντα. Είναι το πιστοποιητικό θανάτου μιας σχέσης που δεν τραβάει πια και μυρίζει σαν πτώμα. Θα το μυρίσεις πάνω του αν ο ειδικός σε αφήσει να τον πλησιάσεις αρκετά, για μια χαιρετούρα βρε αδελφέ, μια ένδειξη εύνοιας ή εμπιστοσύνης, ω ναι, αυτή η μυρωδιά θα σε κατακλύσει γιατί θα σου θυμήσει πως εσύ τουλάχιστον δεν έχεις πεθάνει ακόμα.
     Τους χώρισαν, σηκώθηκαν απ' το πάτωμα τα γερασμένα κοκόρια, όχι στην ηλικία όσο στη διάθεση, έφτιαξαν μαλλιά, γραβάτες, πουκάμισα, μάζεψαν τα αίματα που έσταζαν με χαρτομάντηλα που προσφέρθηκαν από δυο, τρεις μεριές, δυο λωρίδες γυαλιστερού υφάσματος έμειναν μόνο να κρέμονται σαν εγκληματίες απ' το ικρίωμα που τους σέρνει ο χρόνος μπρος πίσω δίχως σκοπό.
     Ο ειδικός μίλησε. Πάντα όταν μιλάει ο ειδικός επικρατεί σιωπή. "Φοβάμαι πως κακώς περιμένετε. Η θέση καλύφθηκε". Το είπε με τον επίσημο τρόπο που μιλούν οι ειδικοί, που δείχνουν να ξέρουν τα πάντα σ' αυτόν τον κόσμο και στους οποίους δεν μπορείς ν' αντιμιλήσεις, είναι ίσως ιεροσυλία και να τους απευθύνεις το λόγο έπετα από τέτοιο ανακοινωθέν!
     Ο Θωμάς όμως το έκανε. Σε αντίθετη φορά απ' τα καμπουριαστά κουφάρια που πήραν όλα μαζί το δρόμο για την πόρτα, έσπρωξε, χώθηκε, έφτασε μπροστά στον ειδικό.
- Συγγνώμη, λέγομαι Θωμάς...
- Ναι; Το βλέμμα του ειδικού έπεσε πάνω του αδιάφορα, μπορεί κι ενοχλημένα.
- Με στέλνει ο Βασίλης...
- Ποιος; Ποιος σας στέλνει; Δε νομίζω. Δηλαδή είμαι σίγουρος πως δεν μου λέει κάτι τ' όνομα.
- Μα... δεν πρόλαβα να σας το πω.
- Αγαπητέ λυπάμαι. Η θέση καλύφθηκε.
     Ο Θωμάς ανοίγει το στόμα να μιλήσει, να χρησιμοποιήσει το αδιαπραγμάτευτο επιχείρημα που θα τον σώσει, εκείνο που θα δώσει τέλος στην αγωνία και στην αναμονή μηνών, που θα πληρώσει στοίβες λογαριασμών και έτοιμων τροφών απ' το σούπερ μάρκετ, που θ' απαγορεύσει πια την είσοδό του σε τέτοια δωμάτια, στις καρδιές του άγχους, που δεν θα τον υποχρεώνει πια να βλέπει κουστουμαρισμένους ανταγωνιστές να πίνουν στα κρυφά ή να κάνουν ασκήσεις αναπνοής ή να σκέφτονται μόνο θετικά ή να... το επιχείρημα που θα του επιτρέψει ένα χαμόγελο. Μόνο.
     Ο ειδικός έχει πάει στο γραφείο του κι έχει κλείσει την πόρτα σαν ο Θωμάς επιτέλους το λέει.
- Μα εγώ έχω άκρη...

     

Σχόλια

  1. Eχω ζήσει τέτοιες στιγμές αναμονής σε αίθουσα με άλλες υποψήφιες... αλλά και από την πλευρά του "ειδικού"...
    Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να κάνεις χειραψία με ένα ιδρωμένο μαλθακό χέρι που δεν ξέρει να σφίξει (δείγμα έλλειψης αυτοπεποίθησης)
    Δεν ξέρω τελικά ποιον πρέπει να λυπηθώ περισσότερο... τον ειδικό που είναι ένα εργαλείο... ένα γρανάζι της μηχανής με νεκρή όμως προσωπική ζωή που βρωμάει πτωμαίνη από χιλιόμετρα ή τον άλλον που γυρίζει και μυρίζει?
    Καλό μας ξημέρωμα! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ποιον πρέπει να λυπηθείς περισσότερο... Μας έλειψες Λιακάδα! :)

      Διαγραφή
    2. Ζητώ ταπεινά συγνώμη και εκλιπαρώ την επιείκειά σας!
      Δε θα ξανασυμβεί! :)

      Διαγραφή
  2. δύσκολες ,στενάχωρες καταστάσεις....ακόμα περισσότερο ,όταν εχεις κάτι σίγουρο και λαμβάνεις την απόρριψη...να ανοίξει η γη να σε καταπιεί....
    καλημέρα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...