Το Μάταιο Χθες, του Ισαάκ Ρόσα

Στο πλαίσιο ενός αφιερώματος για τον Ισπανικό Εμφύλιο που ετοιμάζω στην εφημερίδα, χάθηκα για τα καλά το τελευταίο διάστημα σε εκατοντάδες σελίδες βιβλίων που αντλούν την έμπνευσή τους από αυτό το θέμα. 
Συγκλονιστικές μαρτυρίες, αφηγήσεις, γεγονότα, πασπαλισμένα όλα με τη λογοτεχνική ικανότητα του εκάστοτε δημιουργού, ήρωες και αντιήρωες, περιγραφές που δένουν το στομάχι σου κόμπο, ωστόσο, από ένα σημείο και μετά οι ιστορίες επαναλαμβάνονται με μικρές ή λιγότερο μικρές διαφορές. 
Ένας Εμφύλιος ήταν. 

«Διαβάζοντας κάποιους συγγραφείς, ακούγοντας κάποιους πολιτικούς και βλέποντας κάποιες ταινίες, σχηματίζουμε την εντύπωση ότι η πάλη ενάντια στον φρανκισμό ήταν σχεδόν ένα παιχνίδι», γράφουν οι N. Sartorius και J. Alfaya στην εισαγωγή του βιβλίου του Ρόσα. 

Το Μάταιο Χθες που διαφέρει απ' όλα τα παραπάνω, διαπνέεται απ' την πρώτη έως την τελευταία σελίδα του από έναν πικρό σαρκασμό. Είναι το βιβλίο που γράφει για το Μετά, αλλά για να γράψεις για το Μετά, πρέπει πρώτα να γράψεις για το Πριν. Αν θες να γράψεις για το Σήμερα και το Αύριο, δεν μπορείς να ξεχάσεις το Χθες. 

Για να αναδειχθεί το εξαιρετικό στήσιμο του βιβλίου, χρειάζεται μια κεντρική πλοκή, μια ιστορία, κάποιους ήρωες, απ' τους οποίους θα πιαστεί ο συγγραφέας για ν' αρχίσει να γράφει. 
Εδώ, το χρονικό πλαίσιο είναι η Ισπανία της δεκαετίας του 60 και ήρωες, ένας απολιτίκ καθηγητής Πανεπιστημίου με μια αδιάφορη έως ανύπαρκτη ζωή και ένας αριστερός φοιτητής, πρωτεργάτης του φοιτητικού κινήματος που συγκρούεται συχνά πυκνά με τους φασίστες του Φράνκο στους δρόμους της Μαδρίτης. Η αφηγηματική μηχανή μπαίνει μπροστά, όταν ο αναγνώστης μαθαίνει ότι αυτοί οι δύο, εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι, εξαφανίζονται. Το μοναδικό στοιχείο που δίνεται και αποτελεί όπως φαίνεται το «κλειδί» στην εξέλιξη της ιστορίας, είναι το γεγονός ότι οι δύο ήρωες κλείστηκαν σε ένα γραφείο του Πανεπιστημίου για 2 ώρες, λίγες μέρες πριν εξαφανιστούν. 

Θα μπορούσε να πει κανείς πως θα ακολουθήσει μια αστυνομική-πολιτική ιστορία, ένα πολιτικό θρίλερ καλύτερα. Και σε μεγάλο βαθμό είναι. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, γιατί ο συγγραφέας εντάσσει στην αφηγηματική ροή -με διάφορους και ιδιαίτερα έξυπνους τρόπους- την ίδια την Μνήμη, είτε με τη μορφή της Μαρτυρίας, είτε με εκείνη των Αποδείξεων που παρέχει η δημοσιογραφική έρευνα, είτε με τη μορφή ενός 15σελιδου ένθετου που είναι γραμμένο σαν λαϊκό, αστυνομικό μυθιστόρημα ή ενός άλλου που είναι γραμμένο σαν ιπποτικό παραμύθι. 
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι για το βιβλίο αυτό συνεργάστηκαν 3-4 συγγραφείς, μιας και το ύφος αλλάζει συχνά, αλλά το κυριότερο: είναι σαν να βλέπεις την ιστορία να ξετυλίγεται από δέκα διαφορετικές μεριές και συ -ο αναγνώστης- θα κληθείς να αποφασίσεις στο τέλος τι ήταν αλήθεια και τι όχι. 

Άντρες Σάντσεθ και Χούλιο Ντένις. Ο φοιτητής και οι καθηγητής. Μιλούν γι' αυτούς άνθρωποι που τους γνώρισαν, άνθρωποι που τους ανέκριναν,σύντροφοι, φίλοι και εχθροί, μα πάνω απ' όλα το αφήγημα τελικά δεν είναι γι' αυτούς τους δύο: Είναι ένα αφήγημα για τον Εμφύλιο αλλά και όσα ακολούθησαν στη συνέχεια που ήταν ακόμα πιο φριχτά. Ναι, φριχτά, όπως σε κάθε χώρα που η λέξη Μεταπολίτευση αποδείχθηκε κενή περιεχομένου, οριοθετώντας ένα χρονικό πλαίσιο και μόνο, δίχως να αναδειχθούν ευθύνες, δίχως να υπάρξει τιμωρία εκείνων που εγκλημάτησαν, στο όνομα μιας Γενικής Αμνηστίας-Συμφιλίωσης και καλά, που εφαρμόστηκε είτε με νόμους (Ισπανία 1977), είτε με «πολιτικά ορθή» (sic) αναθεώρηση της Ιστορίας, όπως επιχειρείται σήμερα παντού και εδώ στην Ελλάδα.

Ειλικρινά αναρωτιέμαι πόσα βιβλιοπωλεία στην Ισπανία, πραγματοποίησαν «εκδρομές μνήμης» σε τόπους μαρτυρίου στο Μπούργος, στη Σαλαμάνκα, στην Σεβίλλη ή και αλλού, προκειμένου να εναντιωθούν στην «συλλογική λήθη του διχασμού», σερβίροντας φαγητό «της εποχής εκείνης» από ακριβό κέτερινγκ, για να πάρουν μια εσάνς από εκείνα τα χρόνια βρε αδερφέ οι επισκέπτες του χάπενινγκ....
Πόσο όμορφα ακούγονται κάποιες δικαιολογίες. Πόσο ορθά!

Καμία πληγή δεν έκλεισε ποτέ, αν δεν στάξει πριν και η τελευταία σταγόνα απ' το πύον που την μολύνει. Και το πύον δεν φεύγει με «ωραιοποίηση» των γεγονότων και «ξέπλυμα» της Ιστορίας. 
Για την Ισπανία το πύον παραμένει ενεργό ακόμα, απ' τη στιγμή που 77 χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου και 41 χρόνια μετά την πτώση της Χούντας, υπάρχουν ακόμα χιλιάδες αγνοούμενοι από εκείνες τις εποχές που κανείς δεν ξέρει την τύχη τους. Αν θάφτηκαν κάπου, αν εκτελέστηκαν, αν εξορίστηκαν και πέθαναν σε ξένη γη. Και όταν πριν μερικά χρόνια, ο εισαγγελέας Μπαλτάσαρ Γκαρθόν επιχείρησε να ανοίξει η έρευνα για τη κατάληξη τουλάχιστον 150.000 Ισπανών αγνοουμένων, σύσσωμη η Ισπανική Δεξιά -με την αγαστή συνεργασία της Καθολικής Εκκλησίας- αντέδρασε και κυνήγησε δικαστικά τον εισαγγελέα, επικαλούμενη το νόμο περί Αμνηστίας του 1977.

Γράφει ο Ρόσα...
«Η λήθη που καλύπτει ορισμένους θανάτους, μπορεί να γίνει πραγματικά ένας δεύτερος θάνατος, μια έσχατη επίδειξη βαρβαρότητας σε βάρος εκείνου που τουφεκίστηκε, βασανίστηκε, εκπαραθυρώθηκε ή δολοφονήθηκε σε μια διαδήλωση και που, εξαιτίας του ασήμαντου ρόλου που παίζει στη μνήμη μας (τη συλλογική, λόγω του αποκλεισμού του από τα ιστορικά κείμενα και της έλλειψης αναγνώρισης· την ατομική, λόγω της αναπόφευκτης, κάποια στιγμή εις Κύριον επιδημίας όλων των συγγενών και φίλων του, στη θνητή μνήμη των οποίων καταλήγει· και την φυσική, λόγω της ανυπαρξίας μιας ταφόπλακας, ενός γνωστού μέρους κάτω απ' τη γη), μετατρέπεται σ' ένα περιφρονημένο πτώμα, που κάθε μέρα βασανίζεται, τουφεκίζεται,εκπαραθυρώνεται και δολοφονείται ξανά, στον παραμελημένο χώρο της αξιοπρέπειας.
Αντίθετα, σε άλλες περιπτώσεις, η απουσία μνήμης μπορεί να δώσει στους νεκρούς ζωή, ή μάλλον να τους αρνηθεί τον θάνατο. Κι αυτό δεν είναι βέβαια παρηγοριά, αλλά ακόμα μεγαλύτερη ταπείνωση, αφού αμφισβητεί το μόνο τελικά που τους απομένει: τον θάνατό τους».

Ο Ρόσα έγραψε ένα βιβλίο για την Μνήμη και την Ιστορία της Ισπανίας. Ένα ρέκβιεμ για τους νεκρούς του Εμφυλίου αλλά πάνω απ' όλα για εκείνους που χάθηκαν μετά, που έζησαν στην φρανκική Ισπανία. Στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για έναν πόλεμο με νεκρούς και απ' τα δύο μέρη. Στη δεύτερη όμως περίπτωση μιλάμε για ένα διαρκές έγκλημα δεκαετιών εις βάρος της Ισπανίας και της ίδιας της Ανθρωπότητας. 

Δεν είναι τυχαίο πως ο Ρόσα στο τέλος του βιβλίου συνομιλεί με έναν αστυνομικό (που ανέκρινε τόσο τον Σάντσεθ όσο και τον Ντένις), πιστό φρανκικό -όσο και αν δεν το ομολογεί- ο οποίος επιχειρεί να αποδομήσει, όσα έχει περιγράψει ο συγγραφέας, σελίδα προς σελίδα. Καταλήγει λοιπόν ως εξής:
«...Για μας, που απλώς κάναμε το καθήκον μας, που βάλαμε το λιθαράκι μας για να φτάσει αυτή η χώρα εκεί που είναι σήμερα, που τα δώσαμε όλα για την Ισπανία, ακόμα και τη ζωή μας, χωρίς να ελπίζουμε ότι θα μας επιβραβεύσει κανείς, πόσο μάλλον ένας τόσο μνησίκακος άνθρωπος όσο εσείς (σ.σ. εννοεί τον Ρόσα). Σ' ένα μονάχα ελπίζουμε: ότι η Ιστορία θα σταθεί αμερόληπτος κριτής απέναντί μας...»


ΤΟ ΜΑΤΑΙΟ ΧΘΕΣ
του Ισαάκ Ρόσα
σελ. 334-εκδ. Πόλις
μτφ. Κυριάκος Φιλιππίδης





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...