Ντόντζερς, του Μπιλ Μπέβερλυ

Οι «Ντόντζερς» ανήκουν στο είδος που ονομάζεται μυθιστόρημα-δρόμου, μια κατηγορία αντίστοιχη των road movies του κινηματογράφου. Και ειλικρινά, δεν θα εκπλαγώ αν δω κάποια στιγμή την κινηματογραφική μεταφορά του καθώς έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον ενός καλού σκηνοθέτη.

Όταν άρχισα να το διαβάζω μου θύμισε τη νουβέλα του Στίβεν Κινγκ, «Στάσου πλάι μου». Η ιστορία 4 αγοριών που ξεκινούν ένα ταξίδι στο άγνωστο, έχοντας αφήσει πίσω τους μια προβληματική καθημερινότητα. 

Στο βιβλίο του Μπέβερλυ, τα αγόρια δεν είναι λευκά αλλά μαύρα. Γέννημα-θρέμμα των δρόμων του Λος Άντζελες, μεγαλωμένα στις συμμορίες που πουλάνε ναρκωτικά στους πλούσιους λευκούς. 
Ο Μάικλ, ο Ουόλτερ, ο Ηστ και ο Τάι, θα γίνουν μέρος μιας αποστολής εξαιρετικά σημαντικής καθώς αν αποτύχουν, το μεγάλο αφεντικό της συμμορίας, ο Φιν, θα μείνει για πάντα στη φυλακή. Θα πρέπει λοιπόν να ταξιδέψουν οδικώς κατά μήκος της μισής Αμερικής και να φτάσουν στο Ουισκόνσιν όπου εκεί πρέπει να βγάλουν από τη μέση ένα δικαστή, που είναι κύριος μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη του αφεντικού τους. 
Αν εξαιρέσει κανείς τον 20χρονο Μάικλ, τον μοναδικό  ανάμεσά τους με πλούσια οικογένεια, οι υπόλοιποι είναι παιδιά του δρόμου. Ο 16χρονος Ουόλτερ είναι αυθεντία στους υπολογιστές και στην πλαστογραφία, ο 15χρονος Ηστ -ο πιο συναισθηματικός και ταυτόχρονα ο πιο «λογικός» της συντροφιάς- και ο 13χρονος αδελφός του, Τάι, που χειρίζεται τα όπλα καλύτερα και από έναν εν ενεργεία αστυνομικό. 
Η συμφωνία είναι πως θα μετακινηθούν με ένα βαν, ως αδέλφια που επιστρέφουν στο σπίτι για μια οικογενειακή συγκέντρωση, πως δεν θα χρησιμοποιήσουν πιστωτικές κάρτες ούτε και τηλέφωνα, ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξει κανένα ίχνος που να τους συνδέσει με τη δολοφονία.
Και κάπως έτσι βγαίνουν στο δρόμο για το 4ημερο ταξίδι τους. 

Από εδώ και μετά ότι και να γράψω θα θεωρηθεί πως αποκαλύπτω την πλοκή για τα όσα συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Δεν θα το κάνω.

Θα μείνω όμως στα χαρακτηριστικά του μυθιστορήματος το οποίο διαβάζεται απνευστί. Κινηματογραφική γραφή που «τρέχει» το ίδιο γρήγορα όπως και το βαν τους διαπολιτειακούς δρόμους της αχανούς Αμερικής. Χαρακτήρες αντίθετοι που ωστόσο καταφέρνουν και «κουμπώνουν» στην πορεία του βιβλίου, είτε για καλό είτε για κακό. Πλήρης σκιαγράφηση του αφηγητή -του Ιστ- λιγότερη ως ανύπαρκτη για τους άλλους, αν και προσωπικά θα ήθελα ίσως λίγα παραπάνω στοιχεία για τον μικρό αδελφό του, τον Τάι. Καμία -το τονίζω- καμία κοιλιά, στο ρυθμό της αφήγησης. Και μια σειρά ανατροπών που τοποθετήθηκαν από τον συγγραφέα στα κατάλληλα σημεία, με την τελευταία, δε, να προσφέρει μια μεγάλη έκπληξη στον αναγνώστη. 
Σαφείς αναφορές -ευτυχώς, δίχως «δασκαλίστικο» ύφος- για τις ταξικές και φυλετικές διαφορές στην Αμερική του σήμερα, όπου ο αριθμός των μαύρων που συλλαμβάνεται για διάφορα αδικήματα από την Αστυνομία είναι πενταπλάσιος από εκείνον των λευκών. Για το γεγονός ότι όλοι θα κοιτάξουν περίεργα ένα μαύρο αγόρι που θα μπει σε κάποιο μαγαζί των μεσοδυτικών πολιτειών της Αμερικής, όπου το να είσαι λευκός είναι δύναμη, το να είσαι μαύρος είναι αδυναμία.
Κι εδώ εγείρεται ένα ερώτημα που έχουν πιάσει όλοι οι συγγραφείς από την εποχή του Ντοστογιέφσκι: Αν η ροπή προς το κακό και την παρανομία μπορεί να καταδικάσει μια ανθρώπινη ζωή για πάντα. Αν υπάρχουν εναλλακτικές, δεύτερες σκέψεις, αν η αμφιβολία μπορεί να μπει στη ζυγαριά και να κλίνει προς μια δεύτερη ευκαιρία σε μια ζωή μακριά από πυροβολισμούς, σκοτωμούς και μίσος απέναντι σε ένα σύστημα που είναι δομημένο έτσι ώστε να μην έχουν όλοι οι άνθρωποι τις ίδιες ευκαιρίες. Και σ' αυτό το ερώτημα ο Μπέβερλυ απαντάει και του βγάζω το καπέλο για τον τρόπο που το κάνει.
Το πιο εντυπωσιακό, όμως, όλων, είναι το γεγονός πως ενώ ξέρεις πως έχεις να κάνεις με αγόρια στην προεφηβική και εφηβική ηλικία, κατά τη διάρκεια του βιβλίου το ξεχνάς και έχεις την αίσθηση πως οι ήρωες είναι ενήλικες. Στα λόγια, στις αντιδράσεις, στις σκέψεις, στις κινήσεις τους, όλα πάνω τους φωνάζουν πως δεν πρόκειται για μια παρέα όπου το ταξίδι θα οδηγήσει στο πέρασμα από την αθωότητα στην ωρίμανση. Η αθωότητα έχει οριστικά χαθεί, αν υπήρξε κιόλας ποτέ. Είναι η σπανιότητα και η ωμότητα ταυτόχρονα, του να μεγαλώνεις έχοντας γεννηθεί ήδη μεγάλος.

ΝΤΟΝΤΖΕΡΣ
του Μπιλ Μπέβερλυ
σελ. 343-εκδ. Στερέωμα (σειρά Σκοτεινό Στερέωμα)
μτφ. Ανδρέας Αποστολίδης

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...