Άμοιρο Παιδί, του Γιάννη Νικολούδη

Λίγο από Πίντσον. Λίγο από Ντοστογιέφσκι. Μια ιδέα Σάλιντζερ. Μπόλικος Μπουκόφσκι. Αυτή η νουβέλα έχει όλα τα παραπάνω και ακόμα περισσότερα: Είναι η ματιά πάνω στα πράγματα ενός 29χρονου συγγραφέα απ' την Κρήτη που μας καταθέτει τα διαπιστευτήριά του. 

Κυριακή απόγευμα. Επιχειρώ ν' αρχίσω τρία βιβλία νεοελληνικής λογοτεχνίας (ενός γνωστού και δύο όχι τόσο γνωστών). Απογοητεύτομαι απ' τις πανομοιότυπες εισαγωγές.  Ατέλειωτοι μονόλογοι κατάθεσης άψυχων εσώψυχων. Η ματιά μου πέφτει στη νουβέλα του Γιάννη Νικολούδη. Την ανοίγω. Με κερδίζουν απ' την πρώτη σελίδα η ροή του λόγου του, οι εικόνες που σκηνοθετεί και που μέσα σ' αυτές τοποθετεί τον ήρωά του, ο ωμός ρεαλισμός του, πράγμα μάλλον δυσεύρετο στη νεοελληνική λογοτεχνία. Και είναι 29 χρονών. Το νέο αίμα είναι εδώ. Αρκεί να το ψάξει κανείς. 

Ο Χρήστος είναι ο νέος που ασφυκτιά στο τακτοποιημένο μικροαστικό περιβάλλον της οικογένειάς του στην Αθήνα. Γι' αυτήν είναι το μαύρο πρόβατο. Αρνείται να ακολουθήσει τις προτροπές του πατέρα του να «ηρεμήσει», να «βολευτεί κάπου», να γίνει νοικοκύρης και αυτός σαν τον γεννήτορά του. Αρνείται «να πάρει μπροστά». Μπλέκει με παρέες, ζώντας τις δικές του μέρες της γοητευτικής παρακμής. Ο χρόνος περνάει με μπιλιάρδα, φτηνές μπύρες, μπόλικο χασίς και άπειρη απέχθεια για τους γονείς του, κυρίως για τον πατέρα του. 
Παρ' όλα αυτά θα δεχθεί να ταξιδέψει ως την Κρήτη, στην αδελφή του πατέρα του, να δουλέψει στην εποχή του ελαιομαζώματος, ένα είδος πατρικής τιμωρίας ώστε ο ανυπάκουος γιος να διαπιστώσει μια και καλή πως βγαίνει το ψωμί, το μεροκάματο. 
Ο Χρήστος θα κάνει παρέες στην μικρή επαρχιακή πόλη, θα ερωτευτεί παθιασμένα την ωραία της περιοχής, η οποία πηγαίνει με όλους τους άλλους εκτός απ' τον ίδιο, θα δουλέψει πλάι σε Πακιστανούς, Αφγανούς, Αλβανούς, θα γνωρίσει από πρώτο χέρι τον επαρχιώτικο ρατσισμό, πάνω απ' όλα θα βιώσει στο πετσί του την ελληνική επαρχία της κρίσης, μια «σταφιδιασμένη πουτάνα δίχως στάλα αίμα».
Ο Χρήστος θα φτάσει στον πάτο. Και ο αναγνώστης τον παρακολουθεί να καταλήγει εκεί με μαθηματική ακρίβεια, γνωρίζοντας ενδόμυχα πως κάποιοι άνθρωποι απλώς δεν σώζονται. Όχι με την χριστιανική έννοια του όρου, αλλά με εκείνη των ευκαιριών που παρουσιάζονται, μέσα απ' το συμπαντικό χάος που ενίοτε χαμογελά σε κάποιους, προσφέροντάς τους ένα χέρι ευκαιρίας. Αλλά ο Χρήστος δεν ανήκει σε αυτούς. 

Το βιβλίο δεν το αφήνεις απ' τα χέρια σου. Αν και πρωτόλειο, σε κρατάει εκεί, αγκιστρωμένο, με την προτελευταία σκηνή στο δωμάτιο του Χρήστου να σε ανατριχιάζει με την ωμότητά της. Με το τέλος να παραπέμπει στον μεγάλο Ντοστογιέφσκι, με τον ήρωα να θυμίζει έναν λίγο μεγαλύτερο σε ηλικία Χόλντεν Κόλφιλντ και με τον μπάφο που καίγεται ανάμεσα στις σελίδες να συναγωνίζεται επάξια εκείνον που αναδύεται απ' το «Βασικό Ελάττωμα» του Τόμας Πίντσον. 

Πιστεύω πως πρέπει να περιμένουμε πολλά στο μέλλον απ' τον Γιάννη Νικολούδη.

ΑΜΟΙΡΟ ΠΑΙΔΙ
του Γιάννη Νικολούδη
σελ. 122-εκδ. Παράξενες Μέρες

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...