Ρετροσπεκτίβα, του Αβραάμ Γεοσούα

Είναι μια από εκείνες τις φορές που η τελευταία σελίδα ενός βιβλίου συνοδεύεται από έναν εσωτερικό λυγμό, από ένα συναίσθημα ολοκλήρωσης και δέους συνάμα, από εκείνες τις φορές που ο αναγνώστης υποκλίνεται σ' έναν σπουδαίο συγγραφέα αλλά και στη Λογοτεχνία την ίδια.


Η "Ρετροσπεκτίβα" του ισραηλινού Αβραάμ Γεοσούα είναι ένα πολυεπίπεδο βιβλίο που στηρίζεται πάνω σε λεπτοδουλεμένους χαρακτήρες, γεμάτο από αλληγορίες και συμβολισμούς το οποίο σαν σύνολο έρχεται και καθηλώνει τον αναγνώστη, κόβοντάς του την ανάσα έως την τελευταία σελίδα. Κι αν η Τέχνη στις διάφορες μορφές της δεν είναι τίποτε άλλο από συγκοινωνούντα δοχεία καλλιτεχνικής έκφρασης, μπορώ να πω ότι τελευταία φορά που συγκινήθηκα τόσο ήταν βλέποντας την ταινία - μιας και ο ήρωας του βιβλίου είναι ένας σκηνοθέτης - La Grande Belezza του Πάολο Σορεντίνο. 

Στο προφανές της υπόθεσης έχουμε να κάνουμε μ' έναν 70χρονο φτασμένο σκηνοθέτη, τον Γιαίρ Μόζες ο οποίος φτάνει στην Σαντιάγο ντε Κομποστέλα της Ισπανίας προκειμένου να παραβρεθεί σε μια ρετροσπεκτίβα προς τιμήν του, μια ρετροσπεκτίβα που περιλαμβάνει τις πρώτες ταινίες του, εκείνες που ήταν άρτιες καλλιτεχνικά αλλά αποτυχημένες εμπορικά. Τον συνοδεύει η επί χρόνια μούσα του, η Ρουθ, μια γυναίκα στην δύση της καριέρας της και με κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας να την απασχολεί, όπως υπονοείται μέσα απ' τους διαλόγους. 

Απών απ' τις τριήμερες εκδηλώσεις είναι ο Σαούλ Τριγκάνο, το έτερον δημιουργικό ήμισυ του Μόζες, ο δαιμόνιος σεναριογράφος του σ' εκείνες τις πρώτες τολμηρές - απ' την άποψη των συμβολισμών και της αλληγορίας - ταινίες. Οι δύο άνδρες έχουν να μιλήσουν για τριάντα χρόνια, τους χώρισαν η έντονη διαφωνία στην τελική σκηνή της τελευταίας τους ταινίας αλλά και η καρδιά της Ρουθ. 


"Ρωμαϊκή Ευσπλαχνία". Μια εκδοχή απ' τις τρεις συνολικά που ζωγράφισε μόνο ο Ρούμπενς. Ο μύθος αποτέλεσε εφαλτήριο έμπνευσης και γι' άλλους καλλιτέχνες διαχρονικά.
Η τελική σκηνή - η αιτία της διαφωνίας τους - ήταν εμπνευσμένη από έναν πίνακα ο οποίος βασίζεται σε μια ιστορία της αρχαίας Ρώμης κι έκτοτε - ανάμεσα στα χρόνια - υπήρξαν πολλές παραλλαγές του από διάφορους καλλιτέχνες. Πρόκειται για τον πίνακα Caritas Romana ή αλλιώς "Ρωμαϊκή Ευσπλαχνία" όπου απεικονίζεται μια κόρη να θηλάζει τον φυλακισμένο και εξαντλημένο πατέρα της ώστε να μην πεθάνει απ' την πείνα. 
Κατά μια...διαβολική σύμπτωση, αντίγραφο αυτού του πίνακα βρίσκεται κρεμασμένο στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που φιλοξενεί τον Μόζες κατά την 3ημερη επίσκεψή του στην Ισπανία, γεγονός που δεν τον αφήνει αδιάφορο καθώς ο πίνακας τον καθηλώνει αμέσως. Κάπως έτσι ανάβει η σπίθα ώστε η ιστορία να ξετυλιχτεί σαν βεντάλια, ν' απλωθεί σε διάφορα επίπεδα και να θίξει θέματα ουσιώδη, θεμελιακά, διαχρονικά που αφορούν στην ανθρώπινη ύπαρξη και ψυχολογία.

Πώς μπορεί ένα έργο Τέχνης ν' αποτελέσει το έναυσμα ώστε ένας καλλιτέχνης να κάνει μια αναδρομή στη ζωή του; Στις επιλογές του; Στο παρελθόν του; Και πως μπορεί ο καλλιτέχνης που δεν παύει να είναι και άνθρωπος με αδυναμίες και προτερήματα να διακρίνει τα ομολογουμένως δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στον άνθρωπο και στον καλλιτέχνη; Στο ένα του μισό και στο άλλο του μισό; Ανάμεσα στην ίδια την Τέχνη και την ίδια τη Ζωή; Πού αρχίζει το ένα και πού τελειώνει το άλλο; Την καλύτερη απάντηση ίσως την δίνει ο ίδιος ο Μόζες όταν παραδέχεται ότι δεν έκανε ποτέ του ψυχοθεραπεία ώστε όλοι αυτοί οι δαίμονες που κουβαλούσε μέσα του να μην εξορκιστούν ποτέ στο ντιβάνι ενός ειδικού αλλά να βρουν τρόπο και δρόμο έκφρασης μέσα απ' την Τέχνη. Αυτή είναι ίσως η καλύτερη απόδειξη της υπέρβασης των ορίων ανάμεσα στο δίπολο Τέχνη - Ζωή. 

Δεμένες είναι. Συνυπάρχουν απ' τη Φύση τους. Ευτυχισμένος ο καλλιτέχνης που θα θέσει τα όρια συνύπαρξής τους. Γιατί, δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι τόσο εκρηκτικός αυτός ο συνδυασμός τους που μπορεί να παρασύρει τον δημιουργό στην άβυσσο. Άνετα. Τα παραδείγματα, ουκ ολίγα.

Είναι η δύση της ζωής λοιπόν, το φθινόπωρο της ύπαρξης, η γνώση του θνητού τέλους που αναγκάζει τον κάθε άνθρωπο ν' αναμετρηθεί με το παρελθόν του. "Μπορεί ν' αλλάξει κανείς το παρελθόν;" αναρωτιέται ο Μόζες μιλώντας στην Ρουθ καθώς έχουν επιστρέψει πια στο Ισραήλ. Το παρελθόν δεν αλλάζει, απλώς μπορεί να εξομαλυνθεί μόνο, να γλυκάνει λίγο, του απαντά εκείνη. Και το τέλος; 

"Το τέλος είναι πάντοτε ένας συμβιβασμός ανάμεσα σ' αυτό που υπήρξε και αυτό που ουδέποτε θα υπάρξει πλέον"...

...λέει ο Μόζες σε μιαν γηραιά ισπανίδα ηθοποιό η οποία αν και γοητευμένη απ' τις ταινίες του τον κατακρίνει για ένα τέλος "κενού νοήματος" και "ρηχό", στην τελευταία ταινία της ρετροσπεκτίβας. Πρόκειται για την τελική σκηνή της ταινίας με τον Τριγκάνο την οποία ο Μόζες άλλαξε, οδηγώντας τη σχέση τους στην ρήξη.

Η δύση της ζωής όμως φέρνει και την ανάγκη για εξιλέωση. Ίσως και για συγχώρεση. Ίσως και για την ανάγκη να εξομαλυνθεί το παρελθόν αφού δεν μπορεί πια ν' αλλάξει. Ίσως πρόκειται για την ίδια εξιλέωση που αναζητά ο Γεοσούα ως δημιουργός στο φθινόπωρο της ζωής του κι εκφράζεται μέσα απ' τον ήρωά του. Είναι πραγματικά συγκλονιστική η αντίληψη πως η ανάγκη αυτή μέσα από ένα ψυχολογικό πρίσμα μπορεί να διαθλαστεί σε διαφορετικές ανάγκες που στην ουσία είναι μία: Η ανάγκη της τοποθέτησης των πραγμάτων μιας ζωής σε μια σωστή, ανεκτή σειρά. 

Με λίγα λόγια το κλείσιμο όλων των ανοιχτών λογαριασμών. Η αναμέτρηση με το εγώ και το υπερεγώ. Η πολυπόθητη λύτρωση.


Νομίζω πως ένας συγγραφέας είναι και σκηνοθέτης και σεναριογράφος και διευθυντής φωτογραφίας και ηθοποιός στα βιβλία που γράφει. Δεν έχει βοηθούς ή ειδικούς να τον κατευθύνουν. Έχει μόνο το μυαλό και την έμπνευσή του. Και όπως κι ένας σκηνοθέτης ή κάποιος συνθέτης, έχει το κοινό στο οποίο θα παρουσιάσει το έργο του και θα κριθεί γι' αυτό. Υπό αυτό το πρίσμα, ο Γεοσούα παίρνει άριστα καθώς μπορεί να τρομάζουν κάποιον οι έννοιες που ανέφερα και πιο πάνω και απαρτίζουν το βιβλίο αλλά η γλώσσα του και η εξαιρετική μετάφραση δεν σε κάνουν να το βαρεθείς ούτε για ένα λεπτό. Πραγματικά το απόλαυσα σαν καραμέλα που λιώνει αργά, ηδονικά στο στόμα. 

*Αφήνω επίτηδες εκτός παρουσίασης άλλα θέματα που θίγονται στο βιβλίο όπως είναι το Παλαιστινιακό, η αντιπαλότητα μεταξύ σεφαραδιτών Εβραίων και Εβραίων ασκενάζι. Για το τέλος μόνο να πω ότι ο διάλογος που στήνει ο Γεοσούα στο τελευταίο μέρος του βιβλίου μεταξύ του Μόζες και του Τριγκάνο έπειτα από χρόνια αντιπαλότητας είναι για σεμινάριο λογοτεχνίας...

ΡΕΤΡΟΣΠΕΚΤΙΒΑ
του Αβραάμ Γεοσούα
σελ. 552 - εκδ. Πόλις
μτφ. Μάγκυ Κοέν


*το κομμάτι που θα συνόδευε εξαίσια το βιβλίο είναι αυτό...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...