Και ο κόσμος γυρίζει...

Έβρεχε. Απροειδοποίητα, ξεπήδησε από την άλλη πλευρά του βουνού ένας μπόγος από βιολετιά σύννεφα. Κύλησαν σαν την πέτρα πάνω από την πόλη και άρχισαν να ξεθυμαίνουν τον καημό τους. Έβρεχε πολύ. Ο κόσμος αιφνιδιάστηκε, οι φιγούρες του πήραν σχήματα καμπουριαστά, ταχέως κινούμενα προς κάποιο προσωρινό καταφύγιο. Τα αυτοκίνητα άναψαν τα φώτα τους και ακινητοποιήθηκαν στο δρόμο. 
Βρήκα το ταξί και αισθάνθηκα τυχερός. Μπήκα γρήγορα μέσα χωρίς καν να κοιτάξω, είπα καλημέρα και αμέσως μετά τον προορισμό μου. Είχα ήδη μείνει αρκετά στη βροχή και τη γευόμουν αναμεμειγμένη με το άρωμα του σαμπουάν μου. Στο ραδιόφωνο ένας δημοσιογράφος που προφανώς πληρωνόταν καλά για τις υπηρεσίες του, ρητόρευε για την αναγκαιότητα της υποταγής στα νέα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης. Δεν είχε αντίλογο στο στούντιο. Αναρωτήθηκα αν εκλάμβανε νοητικά τα μπινελίκια που έτρωγε εκείνη την ώρα από τους ακροατές του. Φαντάστηκα εκατομμύρια φωτεινά βέλη να ταξιδεύουν στο συννεφιασμένο ουρανό, να φτάνουν στο κτίριο, να το τρυπούν, να μπαίνουν στο στούντιο από παντού και να τον καρφώνουν στην καρέκλα. Χαμογέλασα πικρά στη σκέψη και την έδιωξα. Άλλο με απασχολούσε τώρα. Είχε έρθει το ίδιο ξαφνικά όπως η βροχή.
Κινούμασταν αργά. Πρώτη, δευτέρα, νεκρά, πρώτη, άντε δευτέρα. Τώρα νεκρά. Το τζάμι είχε θολώσει απ' τις ανάσες μας, διέκρινα μόνο φώτα από καταστήματα και από άλλα αυτοκίνητα, ξεθωριασμένα χρώματα, σταγόνες στο τζάμι. Ήταν χοντρές σαν αφρικάνικα διαμάντια. Δεν μιλούσαμε. Ακούγαμε μόνο. Τη βροχή και τη ρητορεία.
- Οφείλω να ζητήσω συγγνώμη, είπα. Ξαφνιάστηκα και ο ίδιος σαν με άκουσα να εκστομίζω αυτές τις λέξεις. Περισσότερο απ' το θάρρος μου.
Με κοίταξε διερευνητικά από το καθρεφτάκι. Η έκφρασή του δεν άλλαξε στο ελάχιστο. Επαγγελματική, αδιάφορη, η έκφραση "κοιτάζω απλά μπροστά στο δρόμο". Δεν με βοηθούσε. Σκέφτηκα να μην ξαναμιλήσω. Με ξανακοίταξε.
- Για ποιο πράγμα; Η φωνή βγήκε σχεδόν ψιθυριστά, φοβισμένα σίγουρα.
- Για όσα υποφέρετε. Απάντησα το ίδιο ψιθυριστά.
Το βλέμμα του πάλι εστίασε στο δρόμο. Έβαλε πρώτη, αμέσως μετά δευτέρα, έμοιαζε να ξεκολλάμε. Άλλαξε σταθμό. Αθλητικά. Άλλαξε πάλι. Μουσική. Ένα κλασικό κομμάτι που γνώριζα αλλά αδυνατούσα εκείνη τη στιγμή να θυμηθώ. Με ξανακοίταξε απ' το καθρεφτάκι.
- Κι εγώ. Το είπε με μια υποψία χαμόγελου, λες και όση ώρα άλλαζε τις ταχύτητες και έψαχνε σταθμό, αναζητούσε ένα κάποιο κουράγιο για να μου μιλήσει. Ή έτσι μου φάνηκε;
- Εσύ;
- Ναι. Πρέπει κι εγώ. Να ζητήσω συγγνώμη. Για όσα κάνουν κάποιοι.
- Μα δεν φταις εσύ.
- Ούτε εσείς.
-.....
Σταματήσαμε πάλι. Ένα μηχανάκι πέρασε βολίδα από δίπλα τινάζοντας νερά δεξιά και αριστερά. Τα βιολιά κορύφωναν εκείνη την ώρα. Για πρώτη φορά γύρισε προς το μέρος μου.
- Με λένε Γουίλιαμ.
Του έδωσα το χέρι. Δεν περίμενε αυτή την κίνηση. Διστακτικά μου έδωσε το δικό του και ακολούθησε ένας μάλλον εγκάρδιος χαιρετισμός. Ξαναγύρισε μπροστά και από τη θήκη στο πλάι, έβγαλε ένα πορτοφόλι. Το άνοιξε και έβγαλε μια φωτογραφία. Μου την έδειξε. Μια γυναίκα μ' ένα μωρό στην αγκαλιά. Μια φωτογραφία τραβηγμένη σε μια απόμακρη παραλία.
- Συγγνώμη, είπε ξαφνικά, τραβώντας πίσω τη φωτογραφία λες και δεν έπρεπε εξ αρχής να μου τη δείξει. Δεν θέλετε σεξ, έτσι;
- Τι πράγμα;
- Συγγνώμη, συγγνώμη, παρακαλώ δεχθείτε τη συγγνώμη μου. Απλά υπάρχουν αρκετοί που το ζητάνε. Πολλές φορές.
- Εδώ μέσα; Έτσι; Τι κάνουν δηλαδή; Απλά μπαίνουν και ζητάνε σεξ;
- Είναι κάποιοι. Άντρες. Θέλουν σεξ. Ναι. Μου έχουν ζητήσει πολλές φορές.
- Πλάκα μου κάνεις!
- Όχι κύριε, δεν κάνω αστεία με αυτά. Συγγνώμη και πάλι.
Πρώτη, δευτέρα ξανά. Βγήκαμε στη λεωφόρο. Κινούμασταν με μεγαλύτερη ελευθερία πια.
- Είστε πολύ ευγενικός κύριε. Με ξανακοίταξε με την όψη ανθρώπου που νοιώθει πως έχει προσβάλει βάναυσα κάποιον και φοβάται για την αντίδρασή του.
- Δεν φοβάσαι;
- Δεν κάνω σεξ μαζί τους κύριε. Τι να φοβάμαι; Δεν κάνω, λέω ευχαριστώ, όχι, έχω δουλειά και τους αφήνω.
- Δεν εννοώ αν φοβάσαι αυτούς. Δεν φοβάσαι μήπως μπουν οι άλλοι στο ταξί σου;
Φρένο. Νεκρά. Άλλο κομμάτι. Πομπώδες.
- Από ποιο δρόμο θέλετε να μπούμε; Να συνεχίσω στη λεωφόρο ή να μπούμε από τη διακλάδωση εδώ;
- Μιλάς πολύ καλά ελληνικά. Μπες εδώ.
Χαμογέλασε. Αυθόρμητα.
- Είμαι δέκα χρόνια εδώ. Και ο Ερμής εδώ γεννήθηκε.
- Ο Ερμής;
Σήκωσε ξανά τη φωτογραφία της παραλίας.
- Ο Ερμής και η Ζουάρα. Ο γιος μου και η γυναίκα μου.
- Τον βγάλατε Ερμή;
Άρχισε να γελάσει με την καρδιά του.
- Το κανονικό μου όνομα είναι Μουκέμπε Σάγκαμπ. Στη γλώσσα σας σημαίνει, "αυτός με τα φτερά στα πόδια". Το Γουίλλιαμ είναι το δυτικό όνομα που σου δίνουν υποχρεωτικά στη χώρα μου. Για να σε ελέγχουν. Έχετε πάει ποτέ στην Αφρική κύριε;
- 'Οχι. Δεν έτυχε.
- Είναι όμορφα κύριε. Όμορφα.
Η βροχή σταμάτησε όπως ήρθε. Το ίδιο ξαφνικά. Οι υαλοκαθαριστήρες έδιωχναν πια ό,τι είχε απομείνει στο τζάμι.  Τον άκουσα να αναστενάζει. Φτάναμε στον προορισμό μου. Άναψε τ' αλάρμ και σταμάτησε δεξιά. Τότε διαπίστωσα πως δεν είχε βάλει το ταξίμετρο να τρέχει. Του το είπα.
- Κύριε. 3.20. Το ελάχιστο είναι. Δίπλα ήμασταν.
Χαμογέλασε.
- Ναι αλλά είχε κίνηση. Σίγουρα θα έγραφε περισσότερα λόγω της κίνησης, ανταπάντησα.
Γύρισε προς το μέρος μου. Του μέτρησα τα χρήματα σε ψιλά. 3.50. Πήγε να δώσει ρέστα. Αρνήθηκα. Άνοιξα την πόρτα.
- Να προσέχεις Γουίλιαμ. Αυτούς που παίρνεις στο ταξί. Φαίνονται. Τουλάχιστον οι περισσότεροι. Αν και αυτός ο κόσμος πάει τόσο κατά διαόλου που δεν ξέρεις πια ποιος είναι ποιος. Γι' αυτό σου λέω, πρόσεχε! Και την οικογένειά σου επίσης.
Και πριν κλείσω την πόρτα.
- Δεν είμαστε όλοι ίδιοι ξέρεις. Να το θυμάσαι αυτό.
Σοβαρά, μου απάντησε.
- Και σεις κύριε. Να θυμάστε πως δεν είμαστε είμαστε όλοι ίδιοι. Γι' αυτό και ο κόσμος ακόμα γυρίζει! Με τις συγγνώμες μας, γυρίζει!

Γέλασα. Έφυγε.

br />


 

Σχόλια

  1. Αφήστε τα διότι είμαι πολύ εκνευρισμένη. Η κυρία εκ Πολωνίας που καθαρίζει τον ραδιοφωνικό σταθμό (που ευτυχώς δεν φτάνουν τα βέλη των ακροατών κατά τη διάρκεια της εκπομπής "Με τον καλό το λόγο"), έχει μια κόρη. Πολύ καλή μαθήτρια η οποία μπήκε στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Πρέπει να κάνει την εγγραφή της μέσα στην επόμενη εβδομάδα και για να την κάνει πρέπει να αποδείξει κάποια πράγματα που θα υπογραφούν από την αστυνομία και από τα ΚΕΠ και μετά θα μπορεί να κάνει την εγγραφή. Τρέχουμε και δεν φτάνουμε για να μαζέψουμε όλη τη χαρτούρα. Όλα καθυστερούν όμως απαράδεκτα θα έλεγα. Μας έχει πιάσει άγχος τρομερό με το θέμα.
    Γιατί ξεκίνησα τώρα να σας τα γράφω αυτά; Δεν θυμάμαι...
    Ένυγουέη, ωραία ιστορία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πάντα υπάρχει κάποιος λόγος για να γράφετε αγαπητή. Πάντα. Ελπίζω στα καλύτερα.

      Διαγραφή
  2. Γλυκό και ωραίο.
    Αυτοί που δεν είναι ίδιοι όμως έχουν καταλήξει να μην κάνουν τίποτα πλέον...

    Ξέρετε, σκεφτόμουν εχθές ότι θα ήθελα να διαβάσω ένα κείμενό σας βασισμένο στην θεωρία του χάους. Αλλά δεν είμαι σίγουρος, μπορεί να το έχω κάνει και να μην το θυμάμαι...

    Καλημέρα...έχει και λίγη συννεφιά. Λέτε να βρέξει ξαφνικά;

    (:

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μπορεί να κάνουν, μπορεί και να μην κάνουν. Ίσως πως το γεγονός και μόνο πως υπάρχουν, κάνει τη διαφορά.
      Για τη θεωρία του χάους ε; Αναρωτιέμαι. Η ζωή όλων μας δεν είναι χαοτική; Στο πλαίσιο του απρόβλεπτου και των κινήσεων που γίνονται γύρω μας και έχουν επίδραση πάνω μας; Δεν ξέρω...

      Καλημέρα... χθες δεν έβρεξε. Λέτε σήμερα;;;

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...