Une Lettre D' Ete

Αγαπημένο μου παιδί,

Είναι Τετάρτη και είναι η πρώτη Τετάρτη εδώ και πολύ καιρό που ο χρόνος και ο χώρος μοιάζουν να είναι τόσο ξεκάθαρα μέσα μου. Σε πιάνω από τα μούτρα, ξέρω πως γελάς τώρα και σκέφτεσαι "η μητέρα μου άρχισε πάλι να εξηγεί τον κόσμο με τις δικές της μοναδικές εκφράσεις", κι έχεις δίκιο. Το κάνω επίτηδες για να γελάσεις. Αναρωτιέμαι αν γελάς συχνά εκεί που είσαι.
Έλεγα λοιπόν ότι είναι Τετάρτη, η πρώτη Τετάρτη του Φθινοπώρου και κάθομαι στο τραπεζάκι του κήπου, δίπλα στις πικροδάφνες, με μια κούπα ζεστού καφέ στο τραπέζι και ατενίζω το πέλαγος. Η παραλία άδειασε ξέρεις. Τα κύματα έρχονται πιο φουσκωμένα πια και σκάνε στην ακτή, προλογίζουν το Χειμώνα που έρχεται. Ω ναι, θα με πεις υπερβολική σίγουρα, το ξέρω πως θα υπάρξουν κι άλλες ζεστές μέρες, θα υπάρξουν κι άλλα ήρεμα κύματα, μια απάνεμη, φιλόξενη θάλασσα για να χαθείς στο κορμί της με τις ώρες. Θαρρώ πως τέτοιες μέρες σαν την σημερινή είναι επίτηδες σταλμένες απ' το Χειμώνα, ο δικός του τρόπος να πει ευγενικά στο καλοκαίρι πως οι ένδοξες μέρες του τελείωσαν, παρέα με το Φθινόπωρο να στέκεται πλάι τους και ν' ατενίζει τον ορίζοντα σιγοσφυρίζοντας αδιάφορα. Ίσως γι' αυτό να έχει τέτοια διαύγεια η μέρα σήμερα. Όλα φαίνονται τόσο μοναδικά κρυστάλλινα. Ίσως το σφύριγμα του Φθινοπώρου να μάζεψε κάπου μακριά τα σύννεφα και την υγρασία, το υπερβολικό φως του καλοκαιριού, και να έχει δώσει στη φύση εκείνο που της πρέπει ώστε να την κάνει αρμονική με τα μάτια μου. Μα είναι χάρμα αυτά τα ζωντανά χρώματα! Τόσο όσο.
Φλυαρώ παιδί μου και δεν με σταματάς. Δεν είσαι εδώ να μου σκάσεις το φιλί εκείνο που άφηνε το ίχνος του παγωτού στο μάγουλο και το' κανε να κολλάει. Ήξερες πόσο το μισούσα αυτό και πόσο μ' άρεσε ταυτόχρονα. Και το έκανες πάντα τις ώρες που δεν μπορούσα ν' αντιδράσω. Με τα χέρια στις γλάστρες και στα χώματα ή στο ταψί με το μείγμα για το κέικ. Και πάντα έτρωγες παγωτό σοκολάτα πριν μου σκάσεις το φιλί. Και έμενε η σοκολάτα πάνω υγρή και κολλούσε λίγο μετά, μαζί και η μυρωδιά σου, εκείνη του αγοριού που γίνεται άντρας κάθε καλοκαίρι που περνάει. Και περνάνε τόσο γρήγορα τα καλοκαίρια.
Χθες έφτιαξα το γλυκό που σοτ αρέσει για τα γενέθλιά σου. Τούρτα σεράνο. Δεν ήσουν εδώ να φας και δύο και τρία κομμάτια, έτσι τα έφαγα εγώ για σένα. Κέρασα και την κυρία Πόπη από δίπλα. Έφυγαν σήμερα και αυτοί. Έκλεισε το σπίτι τους. Σφράγισαν καλά τα παραθυρόφυλλα, μάζεψαν τα λάστιχα του κήπου σε μια γωνία. Ο άντρας της από προχθές έβγαλε και τη βάρκα στη στεριά, την έβαλε στο πάρκινγκ στη θέση του στέισον βάγκον που αγόρασαν. Τη θυμάσαι αυτή τη βάρκα; Μικρός σαν ήσουν σ' έπαιρνε συχνά μαζί με το γιο του το Στέλιο και πηγαίνατε για ψάρεμα. Και ο Στέλιος δεν ήρθε φέτος. Έχει δύο χρόνια που έφυγε για το Λονδίνο να δουλέψει και δεν έρχεται πια το καλοκαίρι εδώ. Η μάνα του κρύβει την απουσία πίσω από ένα χαμόγελο συγκατάβασης, όπως κι εγώ άλλωστε. Δεν μιλάμε ποτέ γι' αυτό. Απλά χαμογελάμε. Σάμπως κι αν μιλήσουμε θ' αλλάξει κάτι;
Χάνω το χρόνο εδώ αγόρι μου. Γίνεται άμμος που φεύγει στο πρώτο φύσημα του σούρουπου. Και αυτό που ήταν εκεί, έχει πάει παραπέρα. Και το άλλο που ήταν εδώ, χάθηκε και δεν το βρίσκω. Μια αταξία που αν την πάρεις στα σοβαρά θα σε πάρει από κάτω.
Φέτος, δεν ήρθαν όλοι οι γνωστοί. Εκείνοι που έχουμε μοιραστεί τόσα καλοκαίρια μαζί. Και όσοι ήρθαν έμειναν λιγότερο από άλλες φορές. Προβλήματα παιδί μου έχει ο κόσμος. Πολλά προβλήματα. Χάθηκε η ξεγνοιασιά κι αυτό το καλοκαίρι πόσο να παρηγορήσει τη ψυχή ενός ανθρώπου; Χειρότερα γίνονται θαρρώ τα πράγματα σαν επιστρέφεις σ' ένα μέρος που έχεις ζήσει μια όμορφη ζωή και που τώρα είσαι αναγκασμένος να μετράς απουσίες και απώλειες. Καλύτερα να λείπει. Δεν ξέρω κι εγώ, αν του χρόνου δεν είναι αλλιώς τα πράγματα θα μείνω στην πόλη. Δεν ξανάρχομαι εδώ να κάνω παρέα στα κουνούπια και τις σαύρες.
Χαζή είμαι! Τι σου λέω αγόρι μου; Τι σε πικραίνω; Μην με παρεξηγείς είναι που μου λείπετε όλοι. Ποτέ άλλοτε το σπίτι δεν ήταν τόσο άδειο καλοκαιριάτικα. Η αδελφή σου ήλθε μόλις για τέσσερις μέρες τον Δεκαπενταύγουστο, λάχα, λάχα με τα παιδιά και τον άνδρα της. Ζωντάνεψε ο τόπος δεν λέω και μ' άρεσε και οι φωνές απ' τα ανίψια σου, τα τραγούδια απ' τα εγγόνια μου έδιωξαν τις σκόνες και τις σκιές του σπιτιού μας. Θυμήθηκα τα χρόνια που είχα εσάς μικρά. Πόσο μακριά φαίνονται όλα. Και πάλευα να θυμηθώ αν τότε ήμουν κι εγώ σαν την αδελφή σου, που τ' απόπαιρνε συνέχεια, να μην κάνουν φασαρία, να είναι ήσυχα γιατί η γιαγιά θέλει να ξεκουραστεί και να ηρεμήσει. Πότε της έκανα εγώ παράπονα, αναρωτιέμαι. Και σαν πήγα να μιλήσω, να πω "δεν είναι έτσι, άσε τα παιδιά να φωνάξουν και να παίξουν", σήκωσε το χέρι και με σταμάτησε σαν τροχονόμος. Ίδια ο πατέρας σου αγόρι μου. Ίδια.
Κατά τ' άλλα είμαι καλά αγόρι μου. Μη νοιάζεσαι. Το λέω γιατί σ' έχω δει στον ύπνο μου συνεχόμενα τρία βράδια τώρα και αναγνωρίζω πως έχεις την έγνοια μου. Κι εγώ έχω τη δικιά σου. Να' ξερες πόσο την έχω. Δεν υπάρχει μέρα που να μη σε σκεφτώ, που να μην κάνω στο σταυρό μου - και ξέρεις πως δεν είμαι ιδιαίτερα θρήσκα - δεν υπάρχει ώρα που να μην κάνω κάτι και ν' αναρωτηθώ πως θα σου φαινόταν.
Τα γεμιστά κολοκυθάκια θα σου άρεσαν; Το γλυκό βύσσινο που έφτιαξε η Πανωραία και μας έφερε ένα μεγάλο βάζο; Το χρώμα της αποθήκης που βάφτηκε κίτρινο όπως ήθελες και δεν σ' άφηνα να το βάψεις; Τα δέντρα στον κήπο που θέριεψαν απ' το πουθενά;

Ένα τίποτα φυτέψαμε πέρυσι και έγινε δάσος τώρα.
Αχ αγόρι μου.
Σουρούπωσε. Και δεν βλέπω καλά. Κι αν λάμπει η θάλασσα απόψε! Και όμως, το φως της δεν φτάνει να οδηγήσει το χέρι μου στο χαρτί. Και δεν θέλω ν΄ανάψω φως. Θέλω να μείνω εδώ, να περιμένω το σκοτάδι που πέφτει με τη ψύχρα της νύχτας, να δω τ' αστέρια ένα, ένα ν' ανοίγουν τα παραθυρόφυλλά τους στο δικό μας κόσμο. Και θα τα κοιτάξω ένα, ένα σου λέω. Στο υπόσχομαι!

Να κοιτάξεις και συ. Μπας και με δεις. Μόνη κάθομαι. Πλάι στην πικροδάφνη.

Η μητέρα σου.

Σχόλια

  1. α να χαθείς...πάλι συγκινήθηκα....
    (αλλά μην κοιτάς που γκρινιάζω, το είχα απόλυτη ανάγκη και δεν μπορούσα από μόνη μου...)
    galazopetra

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Είχα την τύχη να ακούσω τον Jan Garbarek όταν είχαν δώσει μια συναυλία με την Ελένη Καραΐνδρου, το 1993 στην Επίδαυρο.
    Θεσπέσια ήταν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. τώρα εγώ...από πού κι πού ταυτίστηκα;;;
    αχ...λέγω...αχ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Bye, Bye Miss Orange Pie!

Οι κυρίες στην ακτή

Ήταν μια τέλεια μέρα...