Όλα κώλος (Εύα)
... Άρχισε από το λάπτοπ. Να βρίζει θεούς και δαίμονες στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, εκεί που αναρτώνταν το ένα μετά το άλλο τα κείμενα που καλούσαν τον κόσμο να αλλάξει τον κόσμο. Πατούσε λάικ, πληκτρολογούσε σχόλια, φόρτωνε - ξεφόρτωνε σελίδες, ένα θυμωμένος οργανισμός σε πλήρη οργασμό δημιουργίας και μπάχαλου ταυτόχρονα. ΟΛΑ ΚΩΛΟΣ!, αναφώνησε δίνοντας μία γερή κλωτσιά στο τραπεζάκι του σαλονιού, πετώντας κάτω ένα βάζο που της είχε κάνει δώρο η μητέρα της και θρυμματίζοντάς το. "Στο διάολο και συ και ακόμα παραπέρα", είπε γελώντας. Ήταν ένα νευρικό γέλιο που στα αυτιά της φάνηκε άγνωστο, λες και έβγαινε από κάποια άλλη. "Αυτό είναι το γέλιο σου, αυτή και η ζωή σου", μια σκέψη που αναδύθηκε εχθρικά από μέσα της - έτσι την αναγνώρισε τουλάχιστον - από ένα περίεργο σημείο του μυαλού της που η ίδια το είχε εξορίσει καιρό τώρα σε μια σκοτεινή γωνιά.
Πήγε στη κουζίνα. Στον πάγκο ήταν απιθωμένα άπλυτα ποτήρια και πιάτα από την κρασοκατάνυξη με φίλους το προηγούμενο βράδυ. Στάθηκε για ένα δευτερόλεπτο και τα κοίταξε. Ήθελαν πλύσιμο. Είδε το πλυντήριο πιάτων. Είδε τα πιάτα. Έσκυψε το κεφάλι και είδε τις παντόφλες της. Ροζ ξεβαμμένο σαν αίμα που στάθηκε στον ήλιο για χρόνια και έχασε την πυκνότητά του. Αγαπημένες αυτές οι παντόφλες.
Το βλέμμα στα πιάτα ξανά.
Στο πλυντήριο.
Στην ίνοξ κουζίνα.
Πλυντήριο.
Πιάτα.
Παντόφλες.
Πλύσιμο.
Με μια χορευτική κίνηση γλίστρησε μπροστά στον πάγκο και με το χέρι της παρέσυσε όλα τα άπλυτα σκεύη και ποτήρια στο πάτωμα, αφήνοντας παράλληλα την ιαχή που κάνει ένα παιδί όταν μιμείται το αεροπλάνο που περνάει... "ιιιιιιιοοοουυυυυυυυυ". Μια ιαχή πολέμου που κάλυπτε τον ήχο της πορσελάνης και του κρυστάλλου που έσκαγαν στο πάτωμα - το ελαφρώς αρωματισμένο με λεβάντα, την οποία μισούσε - όπως μισούσε εκείνη την ώρα και τα καθαριστικά πατώματος με άρωμα λεβάντας και το πλύσιμο των πιάτων και την κουζίνα και το ψυγείο και το λάπτοπ και το διαμέρισμα που έμενε και τη μάνα της και τον πατέρα της που άφησε τη μάνα της να την διαλύσει από μικρό παιδί και τους γκόμενους και τους έρωτες, λάθος τους ανεκπλήρωτους έρωτες, και τους μαλάκες τους άντρες που είναι τόσο γαμημένα δήθεν όταν πρέπει να αισθανθούν και τόσο αυθεντικοί όταν πρόκειται να χώσουν τον πούτσο τους εκεί που θέλουν, και τους μαλάκες τους άντρες που είναι τόσο καλοί στη καθημερινότητα αλλά τόσο σκατόφλωροι όταν πρόκειται να χρησιμοποιήσουν το πουλί τους, και τα υγρά μαντηλάκια που είχε πάντα κοντά της όταν έκανε έρωτα μαζί τους προκειμένου να σκουπίσει το σπέρμα τους από πάνω της μορφάζοντας αηδιαστικά, και τα παιδιά στις πορείες, εντάξει οι περισσότεροι ήταν νορμάλ, καλά παιδιά, πονεμένα αλλά είχε και αρκετούς μαλάκες επαναστάτες του κώλου, και τη δουλειά της, και τους καραγκιόζηδες στο γραφείο που αν τους άφηνε μια υπόνοια υπόσχεσης ήταν έτοιμοι να τρέξουν πίσω της σαν ευνουχισμένα πεκινουά, και τους μπάτσους που συναντούσε στις πορείες και που ήθελε να κάψει ζωντανούς και τις αναμνήσεις και το χρόνο που περνάει, και τις ρυτίδες (ΓΑΜΗΣΟΥ, ΔΕΝ ΕΧΩ ΡΥΤΙΔΕΣ), και τα καράβια στο λιμάνι που πάντα τη μελαγχολούσαν σαν έφευγαν παίρνοντας μαζί τους το χαμένο χρόνο, τη μνήμη, την απουσία, την παρουσία...
ΟΛΑ ΚΩΛΟΣ!
Η Εύα άνοιξε τα μάτια. Καθόταν οκλαδόν στη μέση της κουζίνας ανάμεσα σε μυριάδες διασκορπισμένα διαμάντια. Μικροσκοπικοί κρύσταλλοι που λαμπύριζαν παρά το γεγονός ότι το φως της μέρας χανόταν σιγά, σιγά. Οι ροζ παντόφλες ήταν πεταμένες πιο πέρα. Ούτε θυμόταν πότε τις έβγαλε. Η Εύα ένοιωσε πως βαριανάσαινε. Σηκώθηκε αργά και ούτε καν ένοιωσε τα πόδια της να πατάνε τα σπασμένα κρύσταλλα. Ο πόνος απομονώνει τη σκέψη, ενίοτε όμως συμβαίνει και το αντίθετο. Πήγε αργά στο μπάνιο, έψαξε το νεσεσέρ της, πήρε ένα πανάκριβο κραγιόν και γύρισε στο σαλόνι. Τα αιμάτινα ίχνη των ποδιών της πάνω στο λευκό πλακάκι την άφηναν αδιάφορη. Πλησίασε τη τζαμαρία και άρχισε να γράφει πάνω το τζάμι.
"...Και τώρα βλέπουμε τα ίδια πράγματα από διαφορετικές πλευρές. Όπως πρέπει. Το ουράνιο τόξο ξέρεις φαίνεται το ίδιο απ΄ όπου και αν το κοιτάξεις. Και δεν έχει σημασία σε ποια πλευρά στέκεσαι. Το παιχνίδι παίζεται στο να είμαστε χώρια. Αγκαλιασμένοι με τη νύχτα και όχι ο ένας με τον άλλον. Για εμάς δεν υπάρχει αγκαλιά να μας ενώσει, σεντόνι να μας σκεπάσει, ανάσα κοινή να μοιραστούμε σαν τα χείλη μας καίγονται το ένα πάνω στο άλλο. Μέσα στο άλλο. Για εμάς δεν υπάρχει..."
Καθόταν στον καναπέ με τα πόδια πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού και διάβαζε τις γραμμές. Έτρωγε σοκολάτα αμυγδάλου και ένοιωθε όμορφα. Για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό ένοιωθε πραγματικά όμορφα. Το νέο ντιζάιν της τζαμαρίας της ήταν απλά γαμάτο. Κόκκινα καλλιγραφικά γράμματα απ' άκρη σ' άκρη με φόντο τη μουντάδα τ' ουρανού.
"Το κόκκινο της θυσίας σου. Για άλλη μια φορά", άκουσε τη σκέψη να έρχεται καλπάζοντας από τη σκοτεινή της εξορία...
"Δεν σ' ακούω...", απάντησε φωναχτά η Εύα. "Δεν πρόκειται να σε ακούσω ποτέ ξανά".
Πήγε στη κουζίνα. Στον πάγκο ήταν απιθωμένα άπλυτα ποτήρια και πιάτα από την κρασοκατάνυξη με φίλους το προηγούμενο βράδυ. Στάθηκε για ένα δευτερόλεπτο και τα κοίταξε. Ήθελαν πλύσιμο. Είδε το πλυντήριο πιάτων. Είδε τα πιάτα. Έσκυψε το κεφάλι και είδε τις παντόφλες της. Ροζ ξεβαμμένο σαν αίμα που στάθηκε στον ήλιο για χρόνια και έχασε την πυκνότητά του. Αγαπημένες αυτές οι παντόφλες.
Το βλέμμα στα πιάτα ξανά.
Στο πλυντήριο.
Στην ίνοξ κουζίνα.
Πλυντήριο.
Πιάτα.
Παντόφλες.
Πλύσιμο.
Με μια χορευτική κίνηση γλίστρησε μπροστά στον πάγκο και με το χέρι της παρέσυσε όλα τα άπλυτα σκεύη και ποτήρια στο πάτωμα, αφήνοντας παράλληλα την ιαχή που κάνει ένα παιδί όταν μιμείται το αεροπλάνο που περνάει... "ιιιιιιιοοοουυυυυυυυυ". Μια ιαχή πολέμου που κάλυπτε τον ήχο της πορσελάνης και του κρυστάλλου που έσκαγαν στο πάτωμα - το ελαφρώς αρωματισμένο με λεβάντα, την οποία μισούσε - όπως μισούσε εκείνη την ώρα και τα καθαριστικά πατώματος με άρωμα λεβάντας και το πλύσιμο των πιάτων και την κουζίνα και το ψυγείο και το λάπτοπ και το διαμέρισμα που έμενε και τη μάνα της και τον πατέρα της που άφησε τη μάνα της να την διαλύσει από μικρό παιδί και τους γκόμενους και τους έρωτες, λάθος τους ανεκπλήρωτους έρωτες, και τους μαλάκες τους άντρες που είναι τόσο γαμημένα δήθεν όταν πρέπει να αισθανθούν και τόσο αυθεντικοί όταν πρόκειται να χώσουν τον πούτσο τους εκεί που θέλουν, και τους μαλάκες τους άντρες που είναι τόσο καλοί στη καθημερινότητα αλλά τόσο σκατόφλωροι όταν πρόκειται να χρησιμοποιήσουν το πουλί τους, και τα υγρά μαντηλάκια που είχε πάντα κοντά της όταν έκανε έρωτα μαζί τους προκειμένου να σκουπίσει το σπέρμα τους από πάνω της μορφάζοντας αηδιαστικά, και τα παιδιά στις πορείες, εντάξει οι περισσότεροι ήταν νορμάλ, καλά παιδιά, πονεμένα αλλά είχε και αρκετούς μαλάκες επαναστάτες του κώλου, και τη δουλειά της, και τους καραγκιόζηδες στο γραφείο που αν τους άφηνε μια υπόνοια υπόσχεσης ήταν έτοιμοι να τρέξουν πίσω της σαν ευνουχισμένα πεκινουά, και τους μπάτσους που συναντούσε στις πορείες και που ήθελε να κάψει ζωντανούς και τις αναμνήσεις και το χρόνο που περνάει, και τις ρυτίδες (ΓΑΜΗΣΟΥ, ΔΕΝ ΕΧΩ ΡΥΤΙΔΕΣ), και τα καράβια στο λιμάνι που πάντα τη μελαγχολούσαν σαν έφευγαν παίρνοντας μαζί τους το χαμένο χρόνο, τη μνήμη, την απουσία, την παρουσία...
ΟΛΑ ΚΩΛΟΣ!
Η Εύα άνοιξε τα μάτια. Καθόταν οκλαδόν στη μέση της κουζίνας ανάμεσα σε μυριάδες διασκορπισμένα διαμάντια. Μικροσκοπικοί κρύσταλλοι που λαμπύριζαν παρά το γεγονός ότι το φως της μέρας χανόταν σιγά, σιγά. Οι ροζ παντόφλες ήταν πεταμένες πιο πέρα. Ούτε θυμόταν πότε τις έβγαλε. Η Εύα ένοιωσε πως βαριανάσαινε. Σηκώθηκε αργά και ούτε καν ένοιωσε τα πόδια της να πατάνε τα σπασμένα κρύσταλλα. Ο πόνος απομονώνει τη σκέψη, ενίοτε όμως συμβαίνει και το αντίθετο. Πήγε αργά στο μπάνιο, έψαξε το νεσεσέρ της, πήρε ένα πανάκριβο κραγιόν και γύρισε στο σαλόνι. Τα αιμάτινα ίχνη των ποδιών της πάνω στο λευκό πλακάκι την άφηναν αδιάφορη. Πλησίασε τη τζαμαρία και άρχισε να γράφει πάνω το τζάμι.
"...Και τώρα βλέπουμε τα ίδια πράγματα από διαφορετικές πλευρές. Όπως πρέπει. Το ουράνιο τόξο ξέρεις φαίνεται το ίδιο απ΄ όπου και αν το κοιτάξεις. Και δεν έχει σημασία σε ποια πλευρά στέκεσαι. Το παιχνίδι παίζεται στο να είμαστε χώρια. Αγκαλιασμένοι με τη νύχτα και όχι ο ένας με τον άλλον. Για εμάς δεν υπάρχει αγκαλιά να μας ενώσει, σεντόνι να μας σκεπάσει, ανάσα κοινή να μοιραστούμε σαν τα χείλη μας καίγονται το ένα πάνω στο άλλο. Μέσα στο άλλο. Για εμάς δεν υπάρχει..."
Καθόταν στον καναπέ με τα πόδια πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού και διάβαζε τις γραμμές. Έτρωγε σοκολάτα αμυγδάλου και ένοιωθε όμορφα. Για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό ένοιωθε πραγματικά όμορφα. Το νέο ντιζάιν της τζαμαρίας της ήταν απλά γαμάτο. Κόκκινα καλλιγραφικά γράμματα απ' άκρη σ' άκρη με φόντο τη μουντάδα τ' ουρανού.
"Το κόκκινο της θυσίας σου. Για άλλη μια φορά", άκουσε τη σκέψη να έρχεται καλπάζοντας από τη σκοτεινή της εξορία...
"Δεν σ' ακούω...", απάντησε φωναχτά η Εύα. "Δεν πρόκειται να σε ακούσω ποτέ ξανά".
μου αρέσει η εύα... Και με στεναχωρεί λιγο.., καλημερα
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι ο τύπος της Blogirl... Καλησπέρα :)
Διαγραφήτα έσπασες όλα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήγράφεις συγκλονιστικά,
δεν περνάει απαρατήρητο πως μπαίνεις στη διαδικασία να γνωρίσεις το γυναικείο ψυχισμό μέσα από τις ηρωίδες σου
-σημειώνεται στα πρακτικά!
αυτό που θέλω να πω είναι πως με άφησε άλαλη η σκηνοθετική σου ματιά... η ψυχολογία είναι μόνο ένα υποβόσκον στοιχείο σε ένα γενικότερο σκηνικό πραγματικότητας.. όπως συμβαίνει στις ταινίες και σε κάποια μόνο βιβλίο, τα καλά..
γι αυτό είναι τόσο αυθεντικό
γιατί το βοηθάς να μην 'φωνάζει' "στόχος!"..
είναι εκεί χωρίς να φαίνεται πως κόπιασες
για να είναι, πώς να το πω;
υ.γ. για ορμητική παιδική ιαχή παίζει και το ββββββββββββββ ;)
Flash... πω, πω, με κάνετε και νοιώθω περίεργα. Να είστε καλά! Η αλήθεια είναι πως αγαπώ τις ηρωίδες μου πολύ!
ΔιαγραφήΘα συμφωνήσω με την ηρωίδα στο ότι "Το παιχνίδι παίζεται στο να είμαστε χώρια".
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως αυτό το πράγμα που κάνουν διάφορες ηρωίδες όταν έχουν νεύρα να σπάνε τα αντικείμενα γύρω τους ποτέ δεν το κατάλαβα...
Λατρεμένη Αθηνά, αφήστε, ούτε και εγώ το έχω καταλάβει ποτέ. Χάθηκαν δηλαδή τα πιάτα στα μπουζούκια;;; Τα φιλιά μου!
ΔιαγραφήΘα κάνω το δικηγόρο του διαβόλου, κάτι μου λέει όμως πως δεν θα με παρεξηγήσετε:
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι ηρωίδες που τόσο αισθησιακά περιγράφετε και τόσο απολαμβάνουμε όλοι, είναι σαν ρέπλικες.
Σαν ρώσικες κούκλες. Δεν διαφέρουν σε τπτ η μία από την άλλη, θα μπορούσαν να έχουν μέχρι και το ίδιο όνομα. Δεν σκέφτονται κάπως πιο βαθιά, δεν τις τυραννά κανένα υπαρξιακό, δεν είναι ποτέ λιγάκι άσχημες, μίζερες, αξιολύπητες, κακές, άτυχες, όπως είναι - μεταξύ άλλων - κάθε σάρκινη γυναίκα.
Με παραπέμπουν σε πλαστικές κούκλες βιτρίνας που καυλώνουν με τα ίδια και τα ίδια αλλά δεν καταφέρνουν να οργάσουν ποτέ.
Μεταφορικά δείτε το κυρίως αυτό το τελευταίο.
Για άλλου είδους αποκάλυψη και ανακούφιση μιλώ.
Theorema αγαπητή δεν σας παρεξηγώ. Κάθε κριτική είναι καλοδεχούμενη. Προσωπικά δε νομίζω πως ισχύει αυτό που λέτε. Και εξηγούμαι...
Διαγραφή1. Μια γυναίκα που μετά από χρόνια γάμου (Σοφία) βιώνει την έλλειψη του έρωτα είναι αξιολύπητη. Ωστόσο τα διαλύει όλα και αναδεικνύει την επαναστατικότητά της.
2. Μια γυναίκα που έχει όλα τα υλικά αγαθά και είναι και όμορφη (Εύα) χάνεται σε ένα γαϊτανάκι προσωπικών επιλογών, τραυμάτων και αναζήτησης για το επόμενο βήμα της.
3. Μια γυναίκα που τυραννιέται από την πατρική εξουσία από μικρή και πλέον μεταφέρει τον αγώνα της στους δρόμους (Ελένη) είναι ακόμα εκεί και μάχεται.
4. Μια γυναίκα που παθιάζεται με τα βιβλία, αγωνίζεται να αποδείξει πως παραμένει γυναίκα και ότι δεν ζει μέσα από τα βιβλία αλλά μέσα στη ζωή την ίδια (Αριάδνη).
Δεν αναφέρομαι παρά μόνο σπάνια σε εξωτερικά χαρακτηριστικά των ηρωίδων. Αυτά τα αφήνω για τους ρατσιστές της ποιότητας. Ίσως αν ξαναδιαβάσετε τις ιστορίες μετά από τη διευκρίνησή μου, να τα ξαναπούμε.. :)
Δύο ψήφοι στην Εύα λοιπόν! Σας ευχαριστώ Νατάσα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕντελως Ψυχώ η κοπέλλα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕχει τα δίκια της δε λέω...
Αλλα σίγουρα θα έχει και ρυτίδες ...
Και σωστή άποψη για τους άντρες...
Κατω από το κραγιόν μπορούσε να υπογράψει με ένα αποτύπωμα ματωμένης πατούσας... μα δε το έκανε...
Γιατί?
Πολυαγαπημένε μου, μην με παρεξηγείτε, και κυρίως μην αμύνεστε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ γραφή σας με συναρπάζει, όπως και όλες σας τις αναγνώστριες.
Το είπα αυτό εξ αρχής.
Επιμένω σεκάτι όμως: οι χαρακτήρες σας θα μπορούσαν να είναι η ίδια γυναίκα σε διάφορες φάσεις της ζωής της. Δεν διαφοροποιούνται. Αν μιλάτε για την ίδια γυναίκα (αυτό μόνο εσείς το γνωρίζετε) πάει καλά. Κάνετε ένα πλήρες πορτρέτο.
Αν όμως θέλετε να μιλήσετε για διαφορετικές, τις καταπίνει ένα καλούπι.
Αυτό λέω, αλλά ενδέχεται να μην γίνομαι κατανοητή...