Surprise! (Χριστίνα)
Το παρμπρίζ της είχε γεμίσει από λιλιπούτεια αστέρια που έχαναν τη λάμψη τους κάθε φορά που οι υαλοκαθαριστήρες ακολουθούσαν τη μονότονη πορεία τους. Δεξιά, αριστερά, "φλαπ - φλαπ", το τζάμι καθάριζε, το τζάμι γέμιζε αστέρια.
Η Χριστίνα έδινε πάντα στα δεδομένα μια άλλη διάσταση από αυτή που πραγματικά είχαν. Το είχε συζητήσει πολλάκις με τον ψυχίατρό της τα τελευταία δύο χρόνια που επιχειρούσε να αναλύσει τον εαυτό της και να προχωρήσει στη ζωή της. Κάποιες φορές πραγματικά, έδινε στα γεγονότα την ουσιαστική τους διάσταση, χωρίς να προσθέτει ή να αφαιρεί κάτι. Κάποιες άλλες όμως ξέφευγε και χανόταν, δίνοντας διαφορετικούς ορισμούς και έννοιες - όχι απαραίτητα υπέρ της - απλά εξηγούσε τα πράγματα με γνώμονα όσα αντίκριζε στη μεγάλη λαγουδότρυπα στην οποία συνήθιζε να περιπλανιέται. Και επέλεγε την πορεία στη λαγουδότρυπα συχνά.
Από μικρό κορίτσι έως σήμερα που το κοντέρ της μετρούσε 41, η Χριστίνα ζούσε σε δύο παράλληλες πραγματικότητες. Σε εκείνη του "τα πράγματα είναι ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ έτσι" και σε εκείνη του "στη χώρα των θαυμάτων είναι ΑΛΛΙΩΣ". Η ιστορία αυτή θα μπορούσε να έχει τελειώσει εδώ, καθώς ένας λογικός και ισορροπημένος αναγνώστης ουδόλως θα ενδιαφερόταν να διαβάσει για μια γυναίκα 41 ετών, η οποία ονειρεύεται να ζει τη ζωή της ως μία άλλη Άλις. Θα χαμογελούσε, θα έκλεινε το βιβλίο, θα έφτιαχνε ένα τοστ με ζαμπόν και τυρί και θα χαζολογούσε στην τηλεόραση.
Η ιστορία όμως πρέπει να ειπωθεί. Όπως και η Χριστίνα πρέπει να φτάσει στον προορισμό της. Εδώ και 20 λεπτά βρίσκεται στο αυτοκίνητο και κατευθύνεται προς την παραλιακή οδό, εκεί που βρίσκεται το σπίτι του Μάρκου, του 45χρονου άνδρα που αποτελεί την επίσημη ερωτική της επιλογή τα τελευταία δύο χρόνια. Για τους παρατηρητικούς αναγνώστες αυτή η διετία της σχέσης συμπίπτει με όσα χρόνια η Χριστίνα κάνει ψυχοθεραπεία. Σας διαβεβαιώ όμως, αυτή είναι η πρώτη και τελευταία ομοιότητα μεταξύ των δύο. Η Χριστίνα άργησε πάρα πολύ στη ζωή της να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών της. Ουσιαστικά την ευθύνη της την ίδια.
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει ένα βιασμό στα φοιτητικά της χρόνια από ένα γκόμενο ο οποίος είχε ένα μικρό πρόβλημα που λεγόταν τζιν με τόνικ. Το βράδυ του βιασμού - όπου αν ρωτούσες το γκόμενο ο οποίος εδώ και κάποια χρόνια πέθανε από κίρρωση του ήπατος, θα σου απαντούσε πως η Χριστίνα ήθελε πραγματικά να τον ικανοποιήσει εκείνο το βράδυ απλά δεν το ήξερε καλά, καλά η ίδια - το τζιν ήταν μόνο του. Δίχως τόνικ. Και ήταν πολύ. Απελπιστικά πολύ. Σε σημείο που κάποιος θα ρωτούσε, "καλά, με τόσο αλκοόλ πως κατάφερε και σηκώθηκε το πουλί σου ρε φίλε;"
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει έναν αποτυχημένο γάμο. Κράτησε 4 χρόνια. Η ίδια παραδέχθηκε στον ψυχίατρό της πως θα μπορούσε να είχε κρατήσει πολύ περισσότερο (λεκτικός πλεονασμός αλλά δεν πειράζει), αν οι φίλες της δεν την έπιαναν κυριολεκτικά από τα μαλλιά, ώστε να την οδηγήσουν στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα, όπου ένας εμβρόντητος - από τη γυναικεία εισβολή - αστυνομικός, συμπλήρωσε συνολικά 5 κόλλες αναφοράς με τα ανδραγαθήματα του συζύγου της Χριστίνας, πάνω στο κορμί της. Ο γάμος διαλύθηκε.
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει αρκετές σχέσεις που κατέληγαν συνήθως σε κάποιο ξενοδοχείο του κέντρου ή με το κεφάλι της χωμένο ανάμεσα στα πόδια ενός άνδρα την ώρα που ένοιωθε το μοχλό ταχυτήτων του αυτοκινήτου να την πιέζει στα πλευρά και να την ενοχλεί.
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει άπειρες ώρες μαστιγώματος με ένα φραγγέλιο που το δημιούργησε με στοργή και οργή στο μυαλό της και που αποδείχθηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό στο συχνό γδάρσιμο της ψυχής της. Όταν το έκανε αυτό είχε πάψει πλέον να την πονάει. Ένοιωθε μόνο μια ανατριχίλα, λες και ένα ερπετό περπατούσε πάνω στο γυμνό δέρμα της.
Η Χριστίνα στη ζωή της ουδέποτε κατάφερε να βρει τρόπο επικοινωνίας με τη μητέρα της. Για να μην κουραστεί ο αναγνώστης, θα παραθέσω μόνο τις δύο αγαπημένες τους ατάκες οι οποίες εκστομίστηκαν χιλιάδες φορές από τις ίδιες.
- Μαμά, δεν είμαι καλά.
- Μα τι λόγος! Όλα καλά θα πάνε, θα δεις.
Ο Μάρκος δεν ήταν σαν τους άλλους. Είναι από εκείνες τις φορές που η ζωή προσπαθεί να σου πει με τρόπο, "αρκετά σε γάμησα. Πάρε κάτι να στανιάρεις". Σε αυτή την περίπτωση δύο τινά θα συμβούν. Ή που θα στρέψεις την προσοχή σου στα Θεία ευχαριστώντας τα για την καλή σου τύχη (έστω και αργά) και θα απολαύσεις αυτό που σου δόθηκε ή που δεν πρόκειται να πιστέψεις και θα κάνεις ότι μπορείς να τη γαμήσεις, ξερνώντας πάνω στο καλό οτιδήποτε κακό έχεις φάει μέχρι εκείνη τη στιγμή στη ζωή σου. Η Χριστίνα αυτό έκανε.
Σε μια φυσιολογική σχέση, ο Μάρκος θα είχε αποχωρήσει νωρίς. Βλέποντας δηλαδή ότι υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επικοινωνίας και αφού είχε κάνει αρκετές φορές τις προσπάθειές του προκειμένου να της δώσει να καταλάβει πως όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι και πως επουδενί οφείλουμε να τους αντιμετωπίζουμε ως αντίγραφα. Υπήρξαν κάποιες φορές που η Χριστίνα επαιρνε το μήνυμα. Υπήρξαν και άλλες όμως που η λαγουδότρυπα της έλεγε πως στην αληθινή ζωή δεν υπάρχουν άνδρες σαν το Μάρκο.
Η Χριστίνα είχε αποφασίσει να σκοτώσει το Μάρκο. Οδηγούσε στη βροχή και στο κάθισμα του συνοδηγού δίπλα της, μέσα στην τσάντα της, υπήρχε ένα ωραιότατο Γκλοκ με σιγαστήρα το οποίο είχε προμηθευθεί μέσω ενός παλιού γκόμενου με γνωριμίες στην πιάτσα. Το γεγονός ότι τον χαρτζιλίκωνε ακόμα κάποιες φορές, είχε δημιουργήσει ένα είδος εμπιστοσύνης ανάμεσά τους. "Εμείς οι δυο έχουμε ιστορία..." της έλεγε εκείνος χαμογελώντας κάθε φορά που τσέπωνε τα ευρώ της ενίσχυσής της.
Ήταν σίγουρη πως ο ψυχίατρός της θα έφριττε στην ιδέα του φονικού. Η σκέψη αυτή μάλιστα της είχε σχηματίσει ένα αινιγματικό χαμόγελο το οποίο έβλεπε στον καθρέφτη του αυτοκινήτου απόψε, παρατηρώντας την κίνηση πίσω της.
"I am in love with a dying man", σιγοτραγούδησε το κομμάτι που ακουγόταν αμυδρά από το ραδιόφωνο. Ήταν δεδομένο γιατί έπρεπε να τον σκοτώσει. Ο Μάρκος τελευταία της έφραζε τη λαγουδότρυπα. Στην αρχή δεν το είχε αντιληφθεί, αισθανόταν μόνο την ανάγκη να μην καταφεύγει σε αυτήν, για την ακρίβεια όχι με τη συχνότητα που το έκανε στο παρελθόν. Η συμπεριφορά του, όσα της έλεγε στους τσακωμούς τους και αυτή η ψεύτικη ειλικρίνειά του, ως ναι, δεν υπάρχει ειλικρίνεια στον κόσμο και ειδικά από τους άνδρες, έκαναν τα υποστηλώματα της τρύπας να τρίζουν και τα χώματα από τις δονήσεις να πέφτουν στο πρόσωπό της. Τον τελευταίο καιρό η Χριστίνα άρχισε να βλέπει μπροστά της σωρούς από χώματα και πέτρες. Δεν μπορούσε να προχωρήσει. Η λαγουδότρυπα κατέρρεε και ο Μάρκος ευθυνόταν γι' αυτό.
Στην αρχή σκέφτηκε να πάψει να τον βλέπει. "Αυτό είναι μια καλή ιδέα", της είπε ο ψυχίατρός της όταν του εξομολογήθηκε τους φόβους της. "Κάνε ότι νομίζεις πως είναι καλύτερο για σένα", της είχε πει μ' ένα ειλικρινέστατο χαμόγελο το οποίο ήταν ψεύτικο. Επαγγελματικό. Η Χριστίνα γνώριζε πολύ καλά τα χαμόγελα της συγκατάβασης που δεν είναι γνήσια. Από την εποχή της μητέρας της όταν δεν άκουγε τα προβλήματά της, μετά οι σχέσεις, οι φίλοι, ο ψυχίατρος, ο Μάρκος, όλοι. Το χαμόγελο της συγκατάβασης το μισούσε. Ήταν σαν όλοι να της έλεγαν, "όλα θα πάνε καλά".
Πάρκαρε κάτω από την πολυκατοικία του, σε έναν έρημο, βρεγμένο δρόμο. Η αλήθεια ήταν πως αν τη ρωτούσε κάποιος "είσαι σίγουρη πως θες να το κάνεις αυτό;", η απάντηση δεν θα ήταν ξεκάθαρη. Ειδικά εκείνο το βράδυ, δεν είχε προετοιμάσει κάτι τέτοιο. Είχαν τσακωθεί ξανά πριν από μία εβδομάδα περίπου και σε αυτό το διάστημα η επικοινωνία τους αναλωνόταν σε τυπικά sms με συνηθισμένες ατάκες. Ο Μάρκος γινόταν ξανά ο γλυκός, υπομονετικός, εκπαιδευμένος σκύλος της και εκείνη ένοιωθε τη λαγουδότρυπα να σείεται και να δονείται. Το μήνυμα που της έστειλε εκείνο το απόγευμα, ήταν άλλη μια γερή δόνηση. "Μωρό μου, θα μαγειρέψω το αγαπημένο σου φαγητό απόψε. Σε περιμένω στις 9 ακριβώς".
Βγήκε από το αυτοκίνητο και πλησίασε την πόρτα της πολυκατοικίας. Είχε κλειδιά, μπήκε μέσα. Ερημιά. "Καλύτερα, μια ώρα αρχίτερα", σκέφτηκε βγάζοντας το όπλο από την τσάντα της. Το μετά - δηλαδή τι θα γινόταν αφού θα ανακάλυπταν το πτώμα - δεν το είχε σκεφτεί ιδιαίτερα, γνώριζε όμως καλά, πως με την εξαφάνιση του Μάρκου από τη ζωή της, θα έβρισκε την απάντηση στη λαγουδότρυπα. Πάντα έβρισκε τη λύση εκεί, αρκεί να είχε χρόνο να το κάνει.
Κάλεσε το ασανσέρ, μπήκε μέσα και μέχρι να διανυθεί η απόσταση ως τον τρίτο όροφο, έφτιαξε με μια κίνηση τα μαλλιά της ενώ εξακολουθούσε να κρατάει στο άλλο χέρι το όπλο. Ήξερε πως θα γινόταν. Θα άνοιγε με τα κλειδιά της, θα έμπαινε στο διαμέρισμα και θα τον πετύχαινε η στην κουζίνα να δοκιμάζει κάτι από τις νόστιμες αηδίες που συνήθιζε να φτιάχνει ή πάνω από το τραπέζι ανάβοντας τα κεριά του δείπνου. Δύο χρόνια μετά και εξακολουθούσε να ανάβει κεριά την ώρα που έτρωγαν. Εκεί, μπαμ.
Βγήκε από το ασανσέρ και στάθηκε μπροστά στην πόρτα. Πήρε μια ανάσα, όχι τόσο βαθιά όσο ενδεχομένως απαιτούσε η στιγμή και έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά.
Σκοτάδι.
Κοντοστάθηκε.
Έκανε δύο βήματα.
Το χέρι έψαξε το διακόπτη.
Το άλλο κρατούσε το όπλο.
Φως. Δεν το άναψε εκείνη.
SURPRISE!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Πρόσωπα μπροστά της. Μια τούρτα. Αναμμένη. Κεριά. Στην τούρτα. Στο τραπέζι.
Ο Μάρκος κρατούσε την τούρτα. Χαμόγελα συγκατάβασης γύρω του.
Το χέρι με το όπλο ήταν προτεταμένο στο σκοτάδι που μόλις είχε χαθεί και που τυχαία σημάδευε το Μάρκο. Το Μάρκο και την τούρτα.
Η λαγουδότρυπα κατέρρευσε εκείνη την ώρα.
Η Χριστίνα έδινε πάντα στα δεδομένα μια άλλη διάσταση από αυτή που πραγματικά είχαν. Το είχε συζητήσει πολλάκις με τον ψυχίατρό της τα τελευταία δύο χρόνια που επιχειρούσε να αναλύσει τον εαυτό της και να προχωρήσει στη ζωή της. Κάποιες φορές πραγματικά, έδινε στα γεγονότα την ουσιαστική τους διάσταση, χωρίς να προσθέτει ή να αφαιρεί κάτι. Κάποιες άλλες όμως ξέφευγε και χανόταν, δίνοντας διαφορετικούς ορισμούς και έννοιες - όχι απαραίτητα υπέρ της - απλά εξηγούσε τα πράγματα με γνώμονα όσα αντίκριζε στη μεγάλη λαγουδότρυπα στην οποία συνήθιζε να περιπλανιέται. Και επέλεγε την πορεία στη λαγουδότρυπα συχνά.
Από μικρό κορίτσι έως σήμερα που το κοντέρ της μετρούσε 41, η Χριστίνα ζούσε σε δύο παράλληλες πραγματικότητες. Σε εκείνη του "τα πράγματα είναι ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ έτσι" και σε εκείνη του "στη χώρα των θαυμάτων είναι ΑΛΛΙΩΣ". Η ιστορία αυτή θα μπορούσε να έχει τελειώσει εδώ, καθώς ένας λογικός και ισορροπημένος αναγνώστης ουδόλως θα ενδιαφερόταν να διαβάσει για μια γυναίκα 41 ετών, η οποία ονειρεύεται να ζει τη ζωή της ως μία άλλη Άλις. Θα χαμογελούσε, θα έκλεινε το βιβλίο, θα έφτιαχνε ένα τοστ με ζαμπόν και τυρί και θα χαζολογούσε στην τηλεόραση.
Η ιστορία όμως πρέπει να ειπωθεί. Όπως και η Χριστίνα πρέπει να φτάσει στον προορισμό της. Εδώ και 20 λεπτά βρίσκεται στο αυτοκίνητο και κατευθύνεται προς την παραλιακή οδό, εκεί που βρίσκεται το σπίτι του Μάρκου, του 45χρονου άνδρα που αποτελεί την επίσημη ερωτική της επιλογή τα τελευταία δύο χρόνια. Για τους παρατηρητικούς αναγνώστες αυτή η διετία της σχέσης συμπίπτει με όσα χρόνια η Χριστίνα κάνει ψυχοθεραπεία. Σας διαβεβαιώ όμως, αυτή είναι η πρώτη και τελευταία ομοιότητα μεταξύ των δύο. Η Χριστίνα άργησε πάρα πολύ στη ζωή της να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών της. Ουσιαστικά την ευθύνη της την ίδια.
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει ένα βιασμό στα φοιτητικά της χρόνια από ένα γκόμενο ο οποίος είχε ένα μικρό πρόβλημα που λεγόταν τζιν με τόνικ. Το βράδυ του βιασμού - όπου αν ρωτούσες το γκόμενο ο οποίος εδώ και κάποια χρόνια πέθανε από κίρρωση του ήπατος, θα σου απαντούσε πως η Χριστίνα ήθελε πραγματικά να τον ικανοποιήσει εκείνο το βράδυ απλά δεν το ήξερε καλά, καλά η ίδια - το τζιν ήταν μόνο του. Δίχως τόνικ. Και ήταν πολύ. Απελπιστικά πολύ. Σε σημείο που κάποιος θα ρωτούσε, "καλά, με τόσο αλκοόλ πως κατάφερε και σηκώθηκε το πουλί σου ρε φίλε;"
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει έναν αποτυχημένο γάμο. Κράτησε 4 χρόνια. Η ίδια παραδέχθηκε στον ψυχίατρό της πως θα μπορούσε να είχε κρατήσει πολύ περισσότερο (λεκτικός πλεονασμός αλλά δεν πειράζει), αν οι φίλες της δεν την έπιαναν κυριολεκτικά από τα μαλλιά, ώστε να την οδηγήσουν στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα, όπου ένας εμβρόντητος - από τη γυναικεία εισβολή - αστυνομικός, συμπλήρωσε συνολικά 5 κόλλες αναφοράς με τα ανδραγαθήματα του συζύγου της Χριστίνας, πάνω στο κορμί της. Ο γάμος διαλύθηκε.
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει αρκετές σχέσεις που κατέληγαν συνήθως σε κάποιο ξενοδοχείο του κέντρου ή με το κεφάλι της χωμένο ανάμεσα στα πόδια ενός άνδρα την ώρα που ένοιωθε το μοχλό ταχυτήτων του αυτοκινήτου να την πιέζει στα πλευρά και να την ενοχλεί.
Η Χριστίνα στη ζωή της μετράει άπειρες ώρες μαστιγώματος με ένα φραγγέλιο που το δημιούργησε με στοργή και οργή στο μυαλό της και που αποδείχθηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό στο συχνό γδάρσιμο της ψυχής της. Όταν το έκανε αυτό είχε πάψει πλέον να την πονάει. Ένοιωθε μόνο μια ανατριχίλα, λες και ένα ερπετό περπατούσε πάνω στο γυμνό δέρμα της.
Η Χριστίνα στη ζωή της ουδέποτε κατάφερε να βρει τρόπο επικοινωνίας με τη μητέρα της. Για να μην κουραστεί ο αναγνώστης, θα παραθέσω μόνο τις δύο αγαπημένες τους ατάκες οι οποίες εκστομίστηκαν χιλιάδες φορές από τις ίδιες.
- Μαμά, δεν είμαι καλά.
- Μα τι λόγος! Όλα καλά θα πάνε, θα δεις.
Ο Μάρκος δεν ήταν σαν τους άλλους. Είναι από εκείνες τις φορές που η ζωή προσπαθεί να σου πει με τρόπο, "αρκετά σε γάμησα. Πάρε κάτι να στανιάρεις". Σε αυτή την περίπτωση δύο τινά θα συμβούν. Ή που θα στρέψεις την προσοχή σου στα Θεία ευχαριστώντας τα για την καλή σου τύχη (έστω και αργά) και θα απολαύσεις αυτό που σου δόθηκε ή που δεν πρόκειται να πιστέψεις και θα κάνεις ότι μπορείς να τη γαμήσεις, ξερνώντας πάνω στο καλό οτιδήποτε κακό έχεις φάει μέχρι εκείνη τη στιγμή στη ζωή σου. Η Χριστίνα αυτό έκανε.
Σε μια φυσιολογική σχέση, ο Μάρκος θα είχε αποχωρήσει νωρίς. Βλέποντας δηλαδή ότι υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επικοινωνίας και αφού είχε κάνει αρκετές φορές τις προσπάθειές του προκειμένου να της δώσει να καταλάβει πως όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι και πως επουδενί οφείλουμε να τους αντιμετωπίζουμε ως αντίγραφα. Υπήρξαν κάποιες φορές που η Χριστίνα επαιρνε το μήνυμα. Υπήρξαν και άλλες όμως που η λαγουδότρυπα της έλεγε πως στην αληθινή ζωή δεν υπάρχουν άνδρες σαν το Μάρκο.
Η Χριστίνα είχε αποφασίσει να σκοτώσει το Μάρκο. Οδηγούσε στη βροχή και στο κάθισμα του συνοδηγού δίπλα της, μέσα στην τσάντα της, υπήρχε ένα ωραιότατο Γκλοκ με σιγαστήρα το οποίο είχε προμηθευθεί μέσω ενός παλιού γκόμενου με γνωριμίες στην πιάτσα. Το γεγονός ότι τον χαρτζιλίκωνε ακόμα κάποιες φορές, είχε δημιουργήσει ένα είδος εμπιστοσύνης ανάμεσά τους. "Εμείς οι δυο έχουμε ιστορία..." της έλεγε εκείνος χαμογελώντας κάθε φορά που τσέπωνε τα ευρώ της ενίσχυσής της.
Ήταν σίγουρη πως ο ψυχίατρός της θα έφριττε στην ιδέα του φονικού. Η σκέψη αυτή μάλιστα της είχε σχηματίσει ένα αινιγματικό χαμόγελο το οποίο έβλεπε στον καθρέφτη του αυτοκινήτου απόψε, παρατηρώντας την κίνηση πίσω της.
"I am in love with a dying man", σιγοτραγούδησε το κομμάτι που ακουγόταν αμυδρά από το ραδιόφωνο. Ήταν δεδομένο γιατί έπρεπε να τον σκοτώσει. Ο Μάρκος τελευταία της έφραζε τη λαγουδότρυπα. Στην αρχή δεν το είχε αντιληφθεί, αισθανόταν μόνο την ανάγκη να μην καταφεύγει σε αυτήν, για την ακρίβεια όχι με τη συχνότητα που το έκανε στο παρελθόν. Η συμπεριφορά του, όσα της έλεγε στους τσακωμούς τους και αυτή η ψεύτικη ειλικρίνειά του, ως ναι, δεν υπάρχει ειλικρίνεια στον κόσμο και ειδικά από τους άνδρες, έκαναν τα υποστηλώματα της τρύπας να τρίζουν και τα χώματα από τις δονήσεις να πέφτουν στο πρόσωπό της. Τον τελευταίο καιρό η Χριστίνα άρχισε να βλέπει μπροστά της σωρούς από χώματα και πέτρες. Δεν μπορούσε να προχωρήσει. Η λαγουδότρυπα κατέρρεε και ο Μάρκος ευθυνόταν γι' αυτό.
Στην αρχή σκέφτηκε να πάψει να τον βλέπει. "Αυτό είναι μια καλή ιδέα", της είπε ο ψυχίατρός της όταν του εξομολογήθηκε τους φόβους της. "Κάνε ότι νομίζεις πως είναι καλύτερο για σένα", της είχε πει μ' ένα ειλικρινέστατο χαμόγελο το οποίο ήταν ψεύτικο. Επαγγελματικό. Η Χριστίνα γνώριζε πολύ καλά τα χαμόγελα της συγκατάβασης που δεν είναι γνήσια. Από την εποχή της μητέρας της όταν δεν άκουγε τα προβλήματά της, μετά οι σχέσεις, οι φίλοι, ο ψυχίατρος, ο Μάρκος, όλοι. Το χαμόγελο της συγκατάβασης το μισούσε. Ήταν σαν όλοι να της έλεγαν, "όλα θα πάνε καλά".
Πάρκαρε κάτω από την πολυκατοικία του, σε έναν έρημο, βρεγμένο δρόμο. Η αλήθεια ήταν πως αν τη ρωτούσε κάποιος "είσαι σίγουρη πως θες να το κάνεις αυτό;", η απάντηση δεν θα ήταν ξεκάθαρη. Ειδικά εκείνο το βράδυ, δεν είχε προετοιμάσει κάτι τέτοιο. Είχαν τσακωθεί ξανά πριν από μία εβδομάδα περίπου και σε αυτό το διάστημα η επικοινωνία τους αναλωνόταν σε τυπικά sms με συνηθισμένες ατάκες. Ο Μάρκος γινόταν ξανά ο γλυκός, υπομονετικός, εκπαιδευμένος σκύλος της και εκείνη ένοιωθε τη λαγουδότρυπα να σείεται και να δονείται. Το μήνυμα που της έστειλε εκείνο το απόγευμα, ήταν άλλη μια γερή δόνηση. "Μωρό μου, θα μαγειρέψω το αγαπημένο σου φαγητό απόψε. Σε περιμένω στις 9 ακριβώς".
Βγήκε από το αυτοκίνητο και πλησίασε την πόρτα της πολυκατοικίας. Είχε κλειδιά, μπήκε μέσα. Ερημιά. "Καλύτερα, μια ώρα αρχίτερα", σκέφτηκε βγάζοντας το όπλο από την τσάντα της. Το μετά - δηλαδή τι θα γινόταν αφού θα ανακάλυπταν το πτώμα - δεν το είχε σκεφτεί ιδιαίτερα, γνώριζε όμως καλά, πως με την εξαφάνιση του Μάρκου από τη ζωή της, θα έβρισκε την απάντηση στη λαγουδότρυπα. Πάντα έβρισκε τη λύση εκεί, αρκεί να είχε χρόνο να το κάνει.
Κάλεσε το ασανσέρ, μπήκε μέσα και μέχρι να διανυθεί η απόσταση ως τον τρίτο όροφο, έφτιαξε με μια κίνηση τα μαλλιά της ενώ εξακολουθούσε να κρατάει στο άλλο χέρι το όπλο. Ήξερε πως θα γινόταν. Θα άνοιγε με τα κλειδιά της, θα έμπαινε στο διαμέρισμα και θα τον πετύχαινε η στην κουζίνα να δοκιμάζει κάτι από τις νόστιμες αηδίες που συνήθιζε να φτιάχνει ή πάνω από το τραπέζι ανάβοντας τα κεριά του δείπνου. Δύο χρόνια μετά και εξακολουθούσε να ανάβει κεριά την ώρα που έτρωγαν. Εκεί, μπαμ.
Βγήκε από το ασανσέρ και στάθηκε μπροστά στην πόρτα. Πήρε μια ανάσα, όχι τόσο βαθιά όσο ενδεχομένως απαιτούσε η στιγμή και έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά.
Σκοτάδι.
Κοντοστάθηκε.
Έκανε δύο βήματα.
Το χέρι έψαξε το διακόπτη.
Το άλλο κρατούσε το όπλο.
Φως. Δεν το άναψε εκείνη.
SURPRISE!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Πρόσωπα μπροστά της. Μια τούρτα. Αναμμένη. Κεριά. Στην τούρτα. Στο τραπέζι.
Ο Μάρκος κρατούσε την τούρτα. Χαμόγελα συγκατάβασης γύρω του.
Το χέρι με το όπλο ήταν προτεταμένο στο σκοτάδι που μόλις είχε χαθεί και που τυχαία σημάδευε το Μάρκο. Το Μάρκο και την τούρτα.
Η λαγουδότρυπα κατέρρευσε εκείνη την ώρα.
και;;;;;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνατριχιαστικό ! Ειδικά στην πρώτη περίοδος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω ένα δίλημμα που , σίγουρα , το προκαλώ μόνος μου , καθώς δεν γίνεται λόγος για αυτό στο κείμενο. Ωστόσο αυτό παραμένει.
Η ''λαγουδότρυπα'' κατέρρευσε αφού , σημαδεύοντας τον Μάρκο και την τούρτα , πάτησε την σκανδάλη και τον σκότωσε, μέσα στην ένταση της εκπλήρωσης του απερίσκεπτου (ξεχνάω την λέξη που ταιριάζει απόλυτα) σχεδίου ή βλέποντας όλο αυτό τον κόσμο να της κάνει έκπληξη [προφανώς σε κάποια γιορτή ή γενέθλια , αν και η κατάστασή της θα μπορούσε να δίνει αφορμή για γιορτές χωρίς κάποιο ''οικουμενικό'' (πχ γιορτή) ή αυτονόητο (πχ γενέθλια) λόγο] και εκείνη να βρίσκεται με ένα πιστόλι στο χέρι , για να πράξει κάτι που μόνο η ίδια γνώριζε.
Συγγνώμη για το μακροσκελές σχόλιό μου. Αν και όσο το σκέφτομαι νομίζω ότι ισχύει το δεύτερο....
Είμαι εθισμένος στα κείμενά σας , ειδικά όταν περιέχουν αυτή ωμότητα στην περιγραφή τους.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΔιαγραφήΠερίοδο **
ΔιαγραφήΚαι επίσης ξέχασα ένα ερωτηματικό <<(...) κάτι που μόνο η ίδια γνώριζε;>>
Μεγάλη αναστάτωση προκάλεσα ....
Blogirl Καλημέρα ΚΑΙ καλή εβδομάδα...
ΑπάντησηΔιαγραφήAbraxas σας ευχαριστώ για τα λόγια σας.
Το στόρι τελειώνει εκεί. Το τι συμβαίνει ΜΕΤΑ ανήκει στη φαντασία του καθενός. Αν πυροβόλησε ή όχι λίγη σημασία έχει για μένα. Αλλά αυτή είναι η δική μου άποψη... :)
Oμορφο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΛέω να δώσω μια δεύτερη ευκαιρία στον Μάρκο.
Δεν ξέρω για πόσο...
Ελπίζω να κατέρρευσε για τα καλά η λαγουδότρυπα γιατί αν έκανε μισές δουλιές τον βλεπω τον τύπο κομματάκια μέσα σ'αυτήν...!
Λιακάδα... αγαπητή μου. Ποιος ξέρει; Αν και τη δεύτερη ευκαιρία, αν τη χρειάζεται πραγματικά κάποιος, είναι η Χριστίνα.. Τα φιλιά μου!
ΔιαγραφήQuelle surprise!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα υποθέσω ότι τελικά δεν πυροβόλησε αλλιώς δεν θα κατέρρεε η λαγουδότρυπά της.
Μην φανταστείτε, δεν είμαι με τον δολοφόνο. Συνήθως.
Σε κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις όμως υπάρχουν ίσως κάποια ελαφρυντικά...
Πρέπει να εξετάζουμε και το background, ενίοτε.
Αυτή τη φορά δεν βρίσκω κάποιο κομμάτι της ζωής μου στο κείμενό σας.
Ευτυχώς!
Εκτός ίσως από τον διάλογο μητέρας-κόρης.
Με μια μικρή παραλλαγή.
Η μήτηρ μου συνηθίζει να προσθέτει και το "think positive". Και όχι ότι είναι μεγαλωμένη στην Γηραιά Αλβιώνα.
Τίποτα τέτοιο.
Τα σέβη μου!
ΥΓ. Για την ιστορία, αποφεύγω επιμελώς τους ψυχιάτρους!
Αθηνά λατρεμένη το μυαλό σας λειτουργεί σε απόλυτη αρμονία με το δικό μου θαρρώ. Πάλι καλά που για τρίτο σερί κείμενο δεν βρίσκετε ομοιότητα. Θα είχα αρχίσει να ανησυχώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ. Οι ψυχίατροι δεν είναι πάντα... κακοί :)
Οι ψυχίατροι είναι εξαιρετικοί μόνον όταν τους έχεις ως φίλους και όχι ως θεράποντες ιατρούς! Λέω εγώ τώρα...
ΔιαγραφήΜιλάτε σε έναν άνθρωπο που η κολλητή του φίλη είναι ψυχολόγος. Το μπανεράκι πάνω δεξιά. Ξέρετε και ξέρω ωστόσο πως άλλο ρόλο επιτελεί ο φίλος και άλλο ο θεραπευτής. Χρήσιμοι και οι δύο. Αλλά δεν μπαίνει ο ένας στα χωράφια του άλλου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε αγάπη τα γράφω αυτά λατρεμένη :)
Ω, μα σίγουρα άλλο θεράπων ιατρός και άλλο φίλος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι άλλο ψυχολόγος και άλλο ψυχίατρος!
Αλλά είμαι σίγουρη ότι σας έχει επισημάνει τις διαφορές των δύο ειδικοτήτων η κ. Μενεδιάτου!
ΥΓ. Μην ανησυχείτε... Κι εγώ με αγάπη τα διαβάζω!